Πέμπτη 21 Απριλίου 2011

ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Απρίλη μου ξανθέ
Και Μάη μυρωδάτε
Καρδιά μου πως αντέχεις
Μέσα στην τόση αγάπη και στις τόσες ομορφιές…


Απρίλης. Μου αρέσει ο Απρίλης περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μήνα του χρόνου. Είναι Άνοιξη, είναι λουλούδια, είναι φύση, είναι γέννα, είναι ανάταση ψυχική, είναι έρωτας!
Καιρός λοιπόν για κάτι ελαφρύ. Σαν το κοντομάνικο πουκάμισο με το ζακετάκι τα βραδάκια!
Καιρός να σκαλίσουμε τη μνήμη μας, τώρα που οι καιροί είναι δίσεκτοι, να γυρίσουμε πίσω σε χρόνια παιδικά, τότε που ο Απρίλης ήταν πανηγύρι, τότε που τις ημέρες τις ζούσαμε μια προς μία, τότε που οι εποχές είχαν τη σημασία τους και ο κόσμος, πιεσμένος οικονομικά, χωρίς επικοινωνίες και μέσα ενημέρωσης, χωρίς άκρατο καταναλωτισμό, ζούσε τις ημέρες του Πάσχα σαν διέξοδο και σαν αυταπάτη. Τότε που μετρούσε τις ημέρες να έρθουν, ίσως γιατί είμαστε μια χώρα τριτοκοσμική, άρα περισσότερο θρησκευόμενη ή γιατί η γιορτινή ατμόσφαιρα με τα κουλουράκια και τα κόκκινα αυγά μας θύμιζε κάτι από τα όνειρά μας…
Τώρα ξέρω θα μου πείτε μιλάω σαν γέρος! Όχι δα! Όσο νέος και να είναι κάποιος έχει ωραιοποιημένες αναμνήσεις και την αίσθηση πως, όσο περνούν τα χρόνια, χάνουμε από τις παραδόσεις μας και την πάλαι ποτέ ατμόσφαιρα των ημερών.
Αίφνης εγώ, σε άλλη γη και σε άλλα μέρη από αυτά των παιδικών μου χρόνων, πολλά έχω να σας καταμαρτυρήσω για τις ημέρες του Πάσχα και πως τις ζούσαμε, παιδιά όντας, στην Κρήτη. Έχει θαρρώ ενδιαφέρον να καταγράφουμε τις αναμνήσεις μας, τουλάχιστον σε ότι αφορά στα έθιμα που δεν υπάρχουν πια, κοινοποιώντας τις έτσι σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουν και που θέλουν να μάθουν!

Μισός αιώνας πίσω…

Στο χωριό μου λοιπόν πενήντα σχεδόν χρόνια πίσω. Ένα χωριό χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, αποκομμένο, με το λεωφορείο μοναδικό μέσον επικοινωνίας με τον έξω κόσμο!
Λυχνάρι και έναστρος ουρανός, πολυέλαιος πάνω από τις περιμετρικά σκοτεινές οροσειρές. (Το χωριό μου είναι σε οροπέδιο που βούλιαξε εκατό μέτρα κάτω, πάει να πει κατακόρυφοι θεόρατοι, μονοκόματοι βράχοι, φαράγγια κ.λ.π). Νηστεία επιβεβλημένη και οι ημέρες του Πάσχα να πλησιάζουν.
Μεσημέρι μετά το σχολείο και μια παιδική φωνή διαπερνά τα σπίτια του χωριού. ΞΥΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΦΑΝΟΟΟΟ ! Με μιας τα παιδιά από τις μεγαλύτερες τάξεις του σχολείου, σαν έτοιμοι από καιρό, πεταγόμαστε από τα σπίτια μας και όλα μαζί εξοπλισμένα με πριόνια, μαναράκια (μικρά τσεκούρια), σαρακάκια (σουγιάδες μικροί ή μεγάλοι με πριονωτά δόντια), σφαλιχτάρια, ξεκινούσαμε για τη Στραβορά (βουνό κοντά στο χωριό γεμάτο θάμνους). Σκοπός και στόχος να κόψουμε όσο το δυνατόν περισσότερα ξύλα τα οποία θα αποτελούσαν τον Οφανό, πάει να πει την τεράστια φωτιά που έπρεπε να ανάψουμε στο άκουσμα του «Χριστός Ανέστη»! (Όχι. Δεν καίγαμε τον Ιούδα ευτυχώς! Αυτό το προσωποποιημένο, παγανιστικό και «κανιβαλικό» έθιμο, από μια εκκλησία της συγνώμης και της αγάπης, δεν το κατάλαβα ποτέ!)



Μέχρι να πέσει ο ήλιος κόβαμε θάμνους (αζωήρους, πετραμυθιές, αστυράκους κ.α) τα κάναμε δεμάτια, δένοντάς τα με αυτοσχέδια σχοινιά (στρίβαμε δύο βέργες από αζώηρα, κάναμε κόμπο τις φούντες και τυλίγαμε τα κλαδιά με τις δυο άκρες τις οποίες στρίβαμε) και γραμμή για τον περίβολο της εκκλησίας που τα συγκεντρώναμε επί ημέρες, κάνοντας ένα τεράστιο σωρό φορές κοντά στα πέντε μέτρα ύψος. Δεν είναι υπερβολικό γιατί το χωριό είναι ανισόπεδο και τα ξύλα τα ρίχναμε από τον περίβολο στο κάτω επίπεδο, που έχει διαφορά γύρω στα έξι μέτρα. Αυτό γινόταν πριν τις διακοπές του Πάσχα και συνεχιζόταν μέχρι το Μεγάλο Σάββατο. Βλέπετε κάποιες πονηρές γριούλες μας έκλεβαν το βράδυ ξύλα για το φούρνο τους και ο σωρός δεν μεγάλωνε εύκολα.
Ημέρες μεγάλης κούρασης για μικρά παιδιά και επικίνδυνες από την άποψη τραυματισμών, με τα φονικά μας εργαλεία. Πολλές φορές το τσεκούρι έφευγε προς το πόδι μας, πολλές φορές το σαρακάκι μας μάτωνε τα χέρια. Βεβαίως είχαμε άμεσο το γιατροσόφι. Βουτσέ (κοπριά) από αγελάδα και πάσπαρος (χώμα σκόνη) ανακατεμένα, έκαναν ένα θαυμάσιο έμπλαστρο που σταματούσε την αιμορραγία και έκλεινε την πληγή. Σιγά μη και κωλώναμε μπροστά στο θαύμα της πασχαλινής τεράστιας φωτιάς, σιγά μη και λίγο αίμα μας εμπόδιζε! Τώρα που το ξανασκέπτομαι βεβαίως απορώ πως δεν παθαίναμε μολύνσεις από τέτοιες «ιατρικές» παρεμβάσεις! Τώρα που το ξανασκέφτομαι, αντιλαμβάνομαι τα καλά της πρακτικής ιατρικής και φυσικά το καθαρό περιβάλλον στο οποίο ζούσαμε. (Σήμερα το χώμα είναι μολυσμένο και η κοπριά…)
Σαν σουρούπωνε και αφού κάναμε και κάποια δουλειά στη μάνα μας (να πάμε στο βουνό να μαζέψουμε τις αίγες ή άλλα ζώα) και μέχρι να πάμε στην εκκλησία, κλεινόμαστε σε κάποιο σπίτι, με μεγαλύτερα παιδιά τούτη τη φορά και ετοιμάζαμε τα πλακατζίκια.
Μια μακρόστενη ταινία από μπλε χαρτί (που ντύναμε τα τετράδια), λίγο μπαρούτι στη μια άκρη, τριγωνικό τύλιγμα μέχρι να τελειώσει το χαρτί, κόλλημα με αλευρόκολλα, μια τρύπα στη βάση του τριγώνου και ένα κομμάτι βραδύκαυστο φυτίλι μέσα στην τρύπα, ήταν το πλακατζίκι.
Ετοιμάζαμε δεκάδες από αυτά και τα κρύβαμε μέχρι το βράδυ της Ανάστασης μη μας τα κλέψουν ή μας τα κατάσχουν οι γονείς μας. Οι μικρές αυτές βομβίτσες έκαναν τόσο θόρυβο όταν έσκαγαν, που νόμιζες ότι θα γκρεμιζόταν η … εκκλησία!


Άλλες φορές ετοιμάζαμε τα κλειδιά.
Παλιά μαντεμένα κλειδιά, γεμισμένα με ξύσμα από την κεφαλή των σπίρτων. Ένα μεγάλο καρφί, δεμένο με σύρμα, του οποίου η άλλη άκρη δενόταν στο κλειδί ήταν χερούλι και … πυροκροτητής. Η μια άκρη του καρφιού, αυτή με το κεφάλι, μέσα στην τρύπα του κλειδιού, εμείς να κρατάμε το σύνολο από το σύρμα να κοπανάμε την άλλη άκρη του καρφιού στον τοίχο και… μπαμ! Τώρα που το ξανασκέφτομαι θαρρώ ήταν επικίνδυνο παιχνίδι. Πόσες φορές δεν έσκαγε το κλειδί όταν βάζαμε μπαρούτι αντί για σπίρτο, πόσες φορές δεν βρεθήκαμε με τρύπες και πληγές στα πόδια!
Αυτά λοιπόν τα τρία πράγματα, Οφανός, Πλακατζίκια και Κλειδιά ήταν το Πάσχα για μας. (Τα βαρελότα δεν τα θυμούμαι τόσο πολύ, φτιάχνοντας και αυτά πάντως). Προφανώς και το γεγονός ότι κάποιο καλιτσούνι, κάποιο κουλουράκι θα τρώγαμε και επιτέλους θα «βλέπαμε» λίγο κρέας! (Στο φούρνο συνήθως γιατί ο οβελίας ποτέ δεν ήταν Κρητικό έθιμο).
Όμως σκεφτείτε. Νύχτα προς το ξημέρωμα (τότε ανασταίναμε), χωρίς ηλεκτρικό, έναστρος ουρανός, κεριά και λυχνάρια, κατάνυξη και ξαφνικά… Χριστός Ανέστη! Οφανός, πλακατζίκια, κλειδιά, καμπάνες! Πανικός! Προφανώς και υπήρχαν «παράπλευρες απώλειες». Κάλτσες καταστρέφονταν, μπατζάκια έπιαναν φωτιά γυμνά παιδικά πόδια πάθαιναν εγκαύματα, η τεράστιες φλόγες «έκαιγαν» τα πρόσωπα, όμως… Όμως σκεφτείτε τη μαγεία των στιγμών!
Όμως σκεφτείτε! Όλη την ημέρα της Ανάστασης, ίσως και περισσότερες ημέρες, καμπάνα της εκκλησίας ηχούσε ασταμάτητα. Ήταν από τις μεγάλες καμπάνες που το σχοινί ήταν δεμένο σε ένα σίδερο – βραχίονα στη μέση της κατασκευής και για να την «διπλοκουρτιάσεις», πάει να πει να την κάνεις να χτυπήσει τέσσερις φορές, νταν – νταν – νταν – νταν, ήθελε τέχνη και δύναμη. Ήταν μεγάλη υπόθεση για τα παιδικά μας χέρια να τα καταφέρουμε και, προσπαθώντας, φορές σηκωνόμαστε στον αέρα, φορές σερνόμαστε στο χώμα, τα χέρια μας μάτωναν και τα γόνατα μας γδέρνονταν. Αν τα καταφέρναμε όμως, το λέγαμε και το ξαναλέγαμε και περιφερόμαστε ως μίνι ήρωες, της μιας ώρας ίσως…

Η Παναγία με την... καμπάνα της!

Να γιατί αγαπώ τον Απρίλη! Γιατί μου θυμίζει την ανάσταση στο χωριό μου ρε γαμώτο! Γιατί, σε αντίθεση με σήμερα, υπήρχε ελπίδα για μια καλύτερη ζωή και η Ανάσταση αυτό το νόημα είχε! Της ελπίδας! Σήμερα;

18/4/2011

Υ.Γ. Να μην ξεχάσω να σας αναφέρω για τα κάλαντρα που λέγαμε το Σάββατο του Λαζάρου.

Αν είναι με το θέλημα και με τον ορισμό σας
Λαζάρου την Ανάσταση να μπω στ’ αρχοντικό σας.

Σήμερον έρχεται ο Χριστός,
ο επουράνιος Θεός,
εν τη πόλει Βηθανία.
Μάρθα κλαίει και η Μαρία
Λάζαρο τον αδερφό τους,
τον γλυκό και καρδιακό τους.

Τον μοιρολογούν και λέουν,
τον μοιρολογούν και κλαίουν
τρεις ημέρες τον θρηνούσαν
και τον εμοιρολογούσαν.

Την ημέρα την τετάρτη
κίνησε ο Χριστός για να `ρτει
και εβγήκεν η Μαρία
έξω από τη Βηθανία
και εμπρός του γόνυ κλει
και τους πόδας του φιλεί…


…Τότε ο Χριστός δακρύζει
και τον Άδη φοβερίζει:
«Άδη, Τάρταρε και Χάρο,
Λάζαρο θα σου τον πάρω».

Δεύρο έξω Λάζαρέ μου
φίλε και αγαπητέ μου...

… «Πες μας, Λάζαρε, τι είδες
εις τον Άδη, όπου πήγες;»

«Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους.
Δώστε μου λίγο νεράκι,
να ξεπλύνω το φαρμάκι
της καρδιάς και των χειλέων
και μη με ρωτάτε πλέον»…

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΟΛΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ!
(Με όποια σημασία δίδει ο καθένας μας στην λέξη «Ανάσταση»)

Δεν υπάρχουν σχόλια: