Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Μακα (lepidium meyenii)



Η Μάκα (lepidium meyenii)  άλλα ονόματα στα ισπανικά και στα κέτσουα maca-maca, maino, ayak chichira, και ayak willku), είναι ρίζωμα που ευδοκιμεί σε μεγάλα υψόμετρα (4.100- 4.500m.) και σε συνθήκες (φτωχό έδαφος, ψυχρό κλίμα) στις οποίες τα περισσότερα φυτά δεν μπορούν να αναπτυχθούν. Η Μάκα προέρχεται από τις Άνδεις και για 2.000 χρόνια αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα βοτανα στο τόπο καταγωγής της. Καλλιεργείται για τη σαρκώδη υποκοτύλη του, η οποία χρησιμοποιείται ως φαρμακευτικό φυτό


Περιγραφή
Η ανάπτυξη, το μέγεθος, και οι διαστάσεις της μάκα είναι παρόμοιες με εκείνες του ραδικιού και της κράμβης με τα οποία είναι συγγενής. Το φυτό φτάνει το ύψος των 20 περίπου εκατοστών. Ο βλαστός είναι βραχύς και βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Τα δαντελωτά φύλλα σχηματίζουν ροζέτα, επίσης κοντά στο έδαφος, και ανανεώνονται διαρκώς ξεκινώντας από το κέντρο, καθώς τα εξωτερικά φύλλα μαραίνονται. Τα κιτρινωπά, αυτογονιμοποιούμενα άνθη του βγαίνουν από ένα κεντρικό βότρυ και εξελίσσονται σε καρπούς μήκους 4-5 χιλιοστών, καθένας εκ των οποίων περιέχει δύο μικρούς κοκκινωπούς-γκρίζους ωοειδείς σπόρους μεγέθους 2-2,5 χιλ. Οι σπόροι, που είναι ο μόνος τρόπος αναπαραγωγής του φυτού, βλασταίνουν, υπό κανονικές συνθήκες, μέσα σε πέντε ημέρες.
Η μάκα είναι το μόνο είδος της οικογένειας με σαρκώδη υποκοτύλη. Η υποκοτύλη είναι συγχωνευμένη με την πασσαλώδη ρίζα της και παίρνει το σχήμα ραδικιού ή ανεστραμμένου αχλαδιού μήκους 10-15 εκατ. και πλάτους 3-5 εκατ.

Ιδιότητες - Δράση
Εδώ και περίπου 2000 χρόνια η μάκα αποτελεί σημαντική παραδοσιακή τροφή και φαρμακευτικό φυτό στην περιοχή όπου καλλιεργείται.
Χρησιμοποιείται κυρίως ως τονωτικό του οργανισμού και για την αντιμετώπιση προβλημάτων στυτικής δυσλειτουργίας. Η Μάκα ανήκει στη κατηγορία των Superfoods καθώς είναι μία πραγματική «φαρμακαποθήκη» της φύσης. Η τονωτική δράση της οφείλεται στη πληθώρα βιταμινών, οξέων και μεταλλικών στοιχείων που περιέχει. Χρησιμοποιείται από αθλητές για αύξηση της αντοχής και βελτίωση των επιδόσεων. Ως «αφροδισιακό», η Μακα αποκαλείται από πολλούς και «Viagra της φύσης». Η κατανάλωση Μακας θεωρείται πως αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τη στυτική δυσλειτουργία, αυξάνει τη Libido (σε άνδρες και γυναίκες) και βελτιώνει τη ποσότητα και ποιότητα του σπέρματος (οι ιδιότητες αυτές επιβεβαιώνονται από κλινικές έρευνες μικρού δείγματος).
Οι πανεπιστημιακές έρευνες που έγιναν σε τρωκτικά το ’60 και ’70 με σκόνη και εκχύλισμα μάκα, στο Περού και στην Κίνα αντίστοιχα, επιβεβαίωσαν τις δοξασίες γύρω από τις αφροδισιακές του ιδιότητες ως προς τη συχνότητα των επαφών, το χρόνο επίτευξης της στύσης και την αύξηση της ποσότητας του σπέρματος. Αργότερα, μια επιστημονική έρευνα που έγινε σε 57 υγιείς άνδρες από 21 έως 56 ετών, που ελέγχθηκε με πλασέμπο, έδειξε ότι όσοι πήραν 1,5 γρ. ή 3 γρ. μάκα την ημέρα και ρωτήθηκαν μετά από 4, 8 και 12 εβδομάδες, διαπίστωσαν μια αύξηση της ερωτικής επιθυμίας και ταυτόχρονα σημαντική βελτίωση της ψυχικής τους διάθεσης έναντι της ομάδας ελέγχου, χωρίς να παρατηρηθεί μεταβολή στα επίπεδα των σεξουαλικών ορμονών. Ωστόσο, η επίδραση του μάκα δεν έχει διερευνηθεί επιστημονικά σε άνδρες με στυτική δυσλειτουργία ή στειρότητα.
Η Μακα αναφέρεται πως αυξάνει τη γονιμότητα - χωρίς να υπάρχουν κλινικές έρευνες που να το επιβεβαιώνουν.
Τα ευεργετικά αποτελέσματα της μάκα σε σχέση με τη σεξουαλική λειτουργία ενδεχομένως οφείλονται στην υψηλή συγκέντρωση πρωτεϊνών και ζωτικών θρεπτικών συστατικών. Οι ερευνητές έχουν εντοπίσει δύο ακόμη συστατικά, τις μακαμίδες (macamides), ένα είδος δευτερεύοντος μεταβολίτη (secondary metabolite), και τις μακαένες (macaenes), οι οποίες πιστεύεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο.
Οι Ίνκα χρησιμοποιούσαν τη μάκα σε θρησκευτικές τελετές. Πριν από τη μάχη δινόταν στους στρατιώτες για να τους δώσει ενέργεια και δύναμη. Σε κανονικές συνθήκες αποτελούσε προνόμιο των ευγενών.
Κατά τη διάρκεια της αποικιακής περιόδου η μάκα χρησιμοποιήθηκε και ως νόμισμα.


Θρεπτική αξία
Η θρεπτική αξία της αποξηραμένης ρίζας της μάκα είναι υψηλή, παρόμοια με τους σπόρους δημητριακών, όπως το σιτάρι και το ρύζι. Περιέχει 60% υδατάνθρακες, 10% πρωτεΐνες, 8,5% φυτικές ίνες, και 2,2% λίπη.
Περιέχει πληθώρα ενεργών συστατικών όπως βιταμίνες Β1, Β2 και C, πρωτεϊνες (μέχρι 11%), φυτικές ίνες (cellulose και lignin), τανίνες, μεταλλικά στοιχεία (Κάλλιο, Βισμούθιο, Χαλκό, Σίδηρο, Φώσφορο, Μαγνήσιο, Μαγγάνιο κτλ.), φρουκτόζη, γλυκόζη, αμινοξέα (Αργινίνη, Αλανίνη κτλ.), στερόλες, καροτένη και νιασίνη.
Τρόποι προετοιμασίας
Μπορούν να καταναλωθούν τόσο τα φύλλα, όσο και η ρίζα της μάκα.
Στο Περού υπάρχουν διάφορο τρόποι προετοιμασίας. Το ψήσιμο της υποκοτύλης της μάκα είναι η πιο συνηθισμένη πρακτική (matia). Η μάκα επίσης βράζεται και οι ρίζες της αποξηραίνονται και αναμιγνύονται με αλεύρι, με το οποίο φτιάχνονται μπισκότα ή γλυκά. Από τη ζύμωση της μάκα προκύπτει μια ελαφριά μπύρα (chicha de maca).
Τα φύλλα της μάκα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε σαλάτες, ωμά ή μαγειρεμένα.
Ρόφημα: Προσθέστε 1 κουταλάκι της ρίζας σε σκόνη σε μία κούπα λ.χ. καφέ ή χυμού (ή και στο γιαούρτι σας). Η μέγιστη δοσολογία για τη Μακα ορίζεται στα 5,0gr ημερησίως. Ξεκινήστε με χαμηλή δόση (1-2,0gr για 2 τουλάχιστον εβδομάδες) και να την αυξήσετε σταδιακά (μέχρι 4,0gr την τέταρτη εβδομάδα).

Βικιπαίδεια