Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΟΙ

ΠΟΥΤ ΔΕ ΚΟΤ ΝΤΑΟΥΝ

ΚΑΝΤΕ ΤΟΥ ΜΙΑ ΠΙΠΑ ΔΩΡΟ

ΜΑΥΡΟΓΙΑΛΟΥΡΟΣ

ΣΑΠΦΩ ΝΟΤΑΡΑ

ΧΟΥΦΤΩΣΤΗ ΧΟΥΦΤΩΣΤΗ

ΑΛΙΚΗ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ

ΕΙΜΑΙ ΑΝΤΡΑΣ

ΤΣΙΡΙΜΠΙΜ ΤΣΙΡΙΜΠΟΜ

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΓΗΣ





Σβήνουμε τα φώτα μας
Σάββατο 28 Μαρτίου 2009, 8:30 μ.μ. – 9:30 μ.μ.



Φέτος, στις 20.30 το Σάββατο 28 Μαρτίου, εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες σε ολόκληρο τον κόσμο θα σβήσουν τα φώτα τους για μία ώρα – την Ώρα της Γης. Στόχος των διοργανωτών είναι να συμμετάσχουν 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι, σε περισσότερες από 1000 πόλεις, και όλοι μαζί να αποδείξουμε πως είναι δυνατόν να δράσουμε ενάντια στην υπερθέρμανση του πλανήτη.

Τι είναι η ώρα της Γης

Η Ώρα της Γης (EARTH HOUR) ξεκίνησε το 2007 στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας με τη συμμετοχή 2.2 εκατομμυρίων νοικοκυριών και επιχειρήσεων που έσβησαν τα φώτα τους για μία ώρα. Η ενέργεια αυτή σύντομα μετατράπηκε σε μία από τις μεγαλύτερες πρωτοβουλίες ενάντια στην κλιματική αλλαγή παγκοσμίως. Μόλις έναν χρόνο αργότερα η εκστρατεία έγινε ένα παγκόσμιο κίνημα για το κλίμα, με τη συμμετοχή 100 εκατομμυρίων ανθρώπων σε 35 χώρες. Παγκοσμίως γνωστά κτίρια και τοποθεσίες όπως η γέφυρα Golden Gate και το Κολοσσαίο, σκοτείνιασαν για μία ώρα και μετατράπηκαν σε σύμβολα ελπίδας για ένα πρόβλημα που γίνεται κάθε ώρα και πιο έντονο. To 2008 η Ώρα της Γης άγγιξε 370 πόλεις σε περισσότερες από 35 χώρες και η εκστρατεία εξελίχθηκε σε ένα παγκόσμιο κίνημα βιωσιμότητας.

Το 2009


Ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι σε περισσότερες από 1000 πόλεις του πλανήτη αναμένεται να συμμετάσχουν στη φετινή «Ώρα της Γης». Με αυτόν τον τρόπο θα σταλεί ένα μήνυμα στους ηγέτες του κόσμου, λίγους μήνες πριν την Παγκόσμια Σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα, στην Κοπεγχάγη το 2009, ότι απαιτούμε τη δέσμευσή τους για δράσεις που θα μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, προς όφελος του πλανήτη.
Η «Ώρα της Γης 2009» απευθύνεται σε κάθε πολίτη, κάθε επιχείρηση και κάθε ανθρώπινη κοινότητα στον πλανήτη. Μας καλεί να δράσουμε, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να συμμετέχουμε ενεργά σε πρωτοβουλίες για ένα βιώσιμο μέλλον. Πασίγνωστες τοποθεσίες, μνημεία και κτίρια σε όλο τον πλανήτη θα σκοτεινιάσουν και φέτος. Άνθρωποι σε όλο τον κόσμο θα σβήσουν τα φώτα τους και θα ενώσουν για μία ώρα τις ζωές τους, για το μέλλον του πολύτιμου πλανήτη μας.
Στην Ελλάδα, η παγκόσμια αυτή πρωτοβουλία διοργανώνεται από το WWF.
Η πραγματική δύναμη του μηνύματος της Ώρας της Γης, παραμένει η ενεργή συμμετοχή όλων εμάς ξεχωριστά. Όλοι εμείς πρέπει να «αξιοποιήσουμε» τη μεγάλη αυτήν ευκαιρία, δηλώνοντας ότι απαιτούνται εδώ και τώρα γενναία μέτρα για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής και υιοθετώντας πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας στην καθημερινότητά μας.
Η ελληνική συμβολή στην παγκόσμια εκστρατεία της Ώρας της Γης δεν εξαντλείται στη μαζική μας συμμετοχή. Ελληνικά μνημεία και τοπόσημα παγκόσμιας ακτινοβολίας θα προσθέσουν αίγλη στην διεθνή αυτή πρωτοβουλία. Με τη σύμφωνη γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, πολιτιστικά μνημεία παγκόσμιας εμβέλειας, όπως ο Παρθενώνας, ο Ιερός Ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, ο Ναός του Ηφαίστου στην Αρχαία Αγορά και το Μνημείο του Φιλοπάππου θα προσδώσουν λάμψη στην Ώρα της Γης με τη συσκότιση τους… Επιπλέον, οι δήμοι της Αρχαίας Ολυμπίας και των Δελφών, με τη συμμετοχή τους, κάνουν ακόμη πιο ισχυρό το μήνυμα προς τους παγκόσμιους ηγέτες για την ανάγκη άμεσης λήψης μέτρων κατά της κλιματικής αλλαγής. Κύρος όμως θα προσθέσουν στην ελληνική Ώρα της Γης και τοπόσημα διεθνούς αναγνωρισιμότητας της σύγχρονης Ελλάδας, με αποκορύφωμα τη μεγαλύτερη σε μήκος καλωδιωτή γέφυρα πολλαπλών ανοιγμάτων στον κόσμο, τη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου.
Το κτίριο του ελληνικού Κοινοβουλίου και ο λόφος του Λυκαβηττού στην Αθήνα, ο Λευκός Πύργος και η Καμάρα στη Θεσσαλονίκη και δεκάδες άλλα ιστορικά κτίρια και τοποθεσίες θα σκοτεινιάσουν, και θα στείλουν ένα ισχυρό συμβολικό μήνυμα σε ολόκληρο τον κόσμο. Μέχρι στιγμής περισσότεροι από 270 δήμοι από όλη την Ελλάδα έχουν δηλώσει συμμετοχή ενώ ο αριθμός τους αυξάνεται συνεχώς.
Μέχρις σήμερα στον κατάλογο των ελληνικών πόλεων και δήμων δεν έχω βρει κάτι από τη Λευκάδα, παρά το γεγονός ότι το δημοτικό Συμβούλιο του δήμου Λευκάδας πήρε σχετική απόφαση. Ελπίζω ( το σημείωμα γράφεται Κυριακή) μέσα στην εβδομάδα κάποιοι να δηλώσουν τη συμμετοχή τους…

Οι Ελληνικές πόλεις έρχονται να προστεθούν σε ένα διαρκώς αυξανόμενο κατάλογο πόλεων (σε περισσότερες από 70 χώρες), μεταξύ των οποίων το Λονδίνο, η Νέα Υόρκη, το Πεκίνο, το Μπουένος Άιρες, η Κωνσταντινούπολη, η Μόσχα και το Παρίσι.
Το γεγονός ότι στην αρχή η Ελλάδα βρισκόταν στην 3η θέση των συμμετοχών παγκοσμίως, προκάλεσε ευχάριστη έκπληξη σε πολλούς. Η έκπληξη έγινε πραγματικός ενθουσιασμός όταν η χώρα μας κατάφερε να περάσει στην πρώτη θέση, ξεπερνώντας σε συμμετοχή αναλογικά ακόμα και του Αυστραλούς, οι οποίοι ήταν οι εμπνευστές της πρωτοβουλίας. Στη δεύτερη θέση είναι ο Καναδάς και η Αυστραλία έρχεται τρίτη. Εξίσου σημαντικό εξάλλου είναι και το γεγονός ότι σύμφωνα με δημοσκόπηση της Public Issue, το 89% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι θα συμμετάσχει στην κινητοποίηση, ενώ εντύπωση προκαλεί το ότι ακόμα και όσοι δε γνώριζαν για την παγκόσμια κινητοποίηση, αφού ενημερώθηκαν δήλωσαν στην πλειονότητά τους (88%) ότι θα επιθυμούσαν να λάβουν μέρος. (στοιχεία από την «Καθημερινή»)

Τι κερδίζουμε

Εύλογη απορία είναι το τι κερδίζουμε από την κίνηση αυτή και γιατί κανείς να συμμετάσχει. Από τη μία, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, η εξοικονόμηση εκείνη την συγκεκριμένη ώρα είναι τεράστια και δίνει μικρή ανάσα στον πλανήτη μας. Αυτό είναι το άμεσο αποτέλεσμα. Το έμμεσο είναι ότι έτσι ευαισθητοποιούμαστε και αντιλαμβανόμαστε την δύναμη που έχουμε στα χέρια μας. Μια δύναμη που συνήθως καταστρέφει αλλά ενίοτε μπορεί και να κάνει καλό. Ευαισθητοποίηση για ορθολογική χρήση των πόρων που μας παρέχει ο πλανήτης που μας φιλοξενεί.
Το πρώτο βήμα είναι τόσο εύκολο όσο το να σβήσουμε ένα φως.
Μία ώρα που έχουμε στη διάθεσή μας να αφουγκραστούμε τη γη και να νιώσουμε λίγο πιο ρομαντικά υπό το φως των κεριών. Και ίσως μπορούμε να "χαζέψουμε" ευκολότερα όποιο κομμάτι ουρανού βρίσκεται πάνω από τα κεφάλια μας. Μπορεί βρε αδελφέ και να συμβάλουμε στην μείωση της υπογεννητικότητας στον τόπο μας… Μια ώρα χωρίς το «χαζοκούτι» και μόνο, καλό θα μας κάνει. Αρκεί να κλείσουμε τα φώτα...

Και λοιπόν;

Έχω δηλώσει τη συμμετοχή μου στην Ώρα της Γης. Προσπαθώ να πείσω όλους τους γνωστούς μου να συμμετάσχουν. Φτάνει αυτό; Φυσικά και όχι. Μια ώρα συμμετοχής και μετά, με τη δικαιολογία ότι έκανα το καθήκον μου τάχα, να συνεχίζω το «θεάρεστο» έργο της καταστροφής, της ρύπανσης, της αδιαφορίας, δεν σημαίνει τίποτα. Η προσπάθεια πρέπει να είναι αέναη. Οφείλουμε και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι και το πιο ασήμαντο σκουπιδάκι, που άσκοπα πετούμε, μολύνει τον πλανήτη και δηλητηριάζει τη ζωή μας. Οφείλουμε και πρέπει να καταλάβουμε ότι κάθε μας κίνηση σε βάρος του περιβάλλοντος είναι κίνηση σε βάρος της ζωής μας και της ζωής των παιδιών μας. Οφείλουμε και πρέπει να έχουμε διαρκώς τα μάτια ανοιχτά και τα αυτιά τεντωμένα εναντίον οποιουδήποτε μολύνει και ρυπαίνει. Είμαστε υποχρεωμένοι να πιέζουμε διαρκώς τους αρμοδίους για μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος, γιατί, δυστυχώς, οι μεγαλύτεροι καταστροφείς του είναι αυτοί που είναι ταγμένοι για την προστασία του!
Ανέκδοτο (για τους δήθεν)

Κάποια στιγμή στο απώτατο (ευχή είναι) μέλλον συζητούν δύο εξωγήινοι:

Κάποτε, πριν από πολλά - πολλά μπαρμπ* υπήρχε ένας πλανήτης που απείχε 495000 μπαρμπ φωτός από εδώ και λεγόταν Γη. Στην Γη ζούσαν κάποια περίεργα όντα που αυτοαποκαλούνταν “Άνθρωποι” τα οποία εκτός από τα άλλα ελαττώματα τους είχαν και τάσεις αυτοκαταστροφής.
-Δηλαδή; Τι εννοείς Γκορκ;
-Εννοώ ότι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να καταστρέψουν ολόκληρο πλανήτη και το κατάφεραν σε μόλις 620 μπαρμπ αφότου ανακάλυψαν να χειρίζονται την ενέργεια!
- 620 μπαρμπ μόνο! Απίστευτο!
- Ναι είναι. Ειδικά αν συγκριθεί με τα 14875 μπαρμπ του πλανήτη J-48 και τα 9221 μπαρμπ του VB-73!
-Δεν μπόρεσαν να κάνουν κάτι για να τον σώσουν;
-Προσπαθούσαν αλλά ήταν ελλιπές. Να φανταστείς ότι έκαναν κάτι που το ονόμαζαν “ανακύκλωση” και νόμιζαν πως είναι πανάκεια. Έκαναν “ανακύκλωση” και μετά κοιμόντουσαν ήσυχοι!
- Πρέπει να ήταν πολύ μποργκ**
-Το κορυφαίο ήταν όταν διαμαρτυρήθηκαν σβήνοντας τις λάμψεις για 4 φετακ*** μέσα στην διάρκεια ενός μπαρμπ!
- Και πόσα φετακ έκαναν ένα μπαρμπ;
- 35040 Φετάκ
-Χαχαχα ήταν εντελώς μπζελ**** αυτοί οι “Άνθρωποι”…

Λεξιλόγιο:
* 1 Μπαρμπ = 4 Έτη (495000 Μπαρμπ =1.980.000 έτη, 620 Μπαρμπ=154 Έτη)
** Μποργκ =Ηλίθιοι
*** 1 Φετάκ =15 λεπτά της ώρας
**** Μπζελ = … (δεν γράφεται)

Το ανέκδοτο μόνο για γέλιο δεν είναι. Δυστυχώς στα λόγια είμαστε πρώτοι, στις υποσχέσεις και στους όρκους οι πλέον περιβαλλοντικοί, στην πράξη όμως κυριαρχεί η ατάκα: - Εγώ θα σώσω τον κόσμο;
Κι όμως ο κόσμος είσαι εσύ κι εσύ κι εσύ…

Τελειώνοντας θα σας αναφέρω την αγαπημένη μου φράση και … όποιος θέλει ας την πάρει στα σοβαρά υπόψη του !

ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΟΝΕΙΡΑ, ΞΥΠΝΑΑΑ !
22/3/2009

Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

Ανάλυση, για την κρίση, με λόγια κατανοητά της πιάτσας!!!

Το παρακάτω κείμενο μου το έστειλε ο φίλος μου ο Κυριάκος, δεν είναι δικό του, και μου άρεσε. Είπα λοιπόν να το γνωστοποιήσω και σε σας γιατί θεωρώ ότι είναι ενδιαφέρον. Το άφησα ανέγγιχτο γιατί θαρρώ πως δεν καταφέρνεις τίποτα άλλο από το να γελοιοποιείς ένα κείμενο, με το να κόβεις κάποιες «άσεμνες» εκφράσεις.

Το Κείμενο

Σκέψου ότι ζεις σε μια γειτονιά παλαιού τύπου.. Από αυτές που βλέπεις στις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες, ας πούμε - Λατέρνα, Φτώχεια και Φιλότιμο φάση.
Έχεις τώρα σ´αυτή τη γειτονιά ένα μπακάλικο - το αφεντικό του μαγαζιού, κωλόχοντρος αντιπαθέστατος αλλά αναγκαίος επειδή φέρνει τα πάντα, παστέλια, μαντολάτα, απορρυπαντικά, τρόφιμα, τσιγάρα - διαθέτει και τηλέφωνο «δια το κοινόν». Έχει και υπαλλήλους διάφορους ο χοντρός - βάλτους κι αυτούς στην ιστορία. Τι κάνει λοιπόν ο χοντρός;
Αγοράζει κοψοχρονιά και πουλάει σε τσιμπημένες τιμές, κλέβει και στο ζύγι - κονομάει γενικώς. Και όσο κονομάει, τόσο αγοράζει κι όσο αγοράζει, τόσο πουλάει όλο κι ακριβότερα - κονομάει χοντρικώς. Πουλώντας λιανικώς.
Έχει φτιάξει τώρα ο χοντρός ένα κομπόδεμα μεγαλύτερο από τη μπάκα του. Τι να το κάνει; Οι τράπεζες δε δίνουν καλά επιτόκια, με τοκογλυφίες δε θέλει να μπλέκει καθότι επίφοβα πράγματα, για την πάρτη του δε γουστάρει να ξοδέψει επειδή τυγχάνει ολιγαρκής καρμίρης ο χοντρός - σκέφτεται λοιπόν, σπάει την κεφάλα του, τι να το κάνει το μπαγιόκο. «Ρε δεν ανοίγω ακόμα ένα μπακάλικο - να κονομάω από δυο πάντες;» λέει στο τέλος.
Τώρα υπάρχουν δυο μπακάλικα στη γειτονιά, μόνο που οι τιμές δεν πέφτουν (μαλάκας είναι ο χοντρός να τις ρίξει; αφού μόνος του κάνει παιχνίδι), αντιθέτως, λόγω εξόδων της αναπτυσσόμενης επιχείρησης (του χοντρού), οι τιμές ανεβαίνουν. Τι γίνεται μετά;
Τι να γίνει; Μεροκαματιάρηδες οι άνθρωποι της γειτονιάς, δεν διαθέτουν κανένα μηχάνημα να κόβει αβέρτα χρήματα - οπότε δεν μπορούν πλέον να αγοράσουν τα εμπορεύματα του χοντρού. Πέφτουν τα έσοδα ανεβαίνουν τα έξοδα - τρελαίνεται ο χοντρός! Τι θ´απογίνει; Αποφασίζει να ανοίξει μπλοκάκι με βερεσέδια, καλύτερα να του χρωστάνε παρά να σαπίζει το εμπόρευμα στα ράφια. Αναθαρρεύουν λοιπόν οι μεροκαματιάρηδες της γειτονιάς κι αρχίζουν να ψωνίζουν όλο και περισσότερα με βερεσέ - το μπλοκάκι του χοντρού γίνεται κανονικός τηλεφωνικός κατάλογος.
Ξυπνάει, που λες, ένα πρωί ο χοντρός μέσα στον ιδρώτα. «Ρε τι γίνεται εδώ; Έχω καταντήσει να μου χρωστάνε μέχρι και τα καναρίνια το κανναβούρι τους - που θα πάει αυτή η κατάσταση; Δεν έκανα καλά να ξανοιχτώ τόσο πολύ - άσε που ψυλλιάζομαι ότι οι μπαταξήδες της γειτονιάς δεν θα έχουν να με ξεχρεώσουν στον αιώνα τον άπαντα».
Τι σκαρφίζεται λοιπόν ο πούστης ο χοντρός; Πάει στον γερο-τσιφούτη της γειτονιάς, τον σιχαμερό που δανείζει με τόκους δέκα φορές πάνω από το νόμιμο.
«Γερο-Λαδά αδερφέ μου, σώσε με!» παρακαλάει ο χοντρός.
«Ξανοίχτηκα με τα βερεσέδια - κάνε κάτι να έρθω στα ίσα μου, γιατί οι προμηθευτές πιέζουν κι εγώ μόνο το μπλοκάκι έχω!» Ο τσιφούτης την έχει από καιρό ανθιστεί τη φτιάξη, καθότι παλιά πουτάνα στην οικονομική ανάλυση. Αγοράζει λοιπόν το μπλοκάκι του χοντρού (κοψοχρονιά φυσικά) και όλα μέλι - γάλα.

Τώρα, αυτό το μπλοκάκι με τα βερεσέδια πρέπει κάπως να κλείσει - αλλά ο τσιφούτης είναι λεπτοκαμωμένο άτομο, καχεκτικό και φιλάσθενο ας πούμε.
Φωνάζει λοιπόν κάτι καλόπαιδα της γειτονιάς, με πτυχία και περγαμηνές από τα καλλίτερα Σωφρονιστικά Ιδρύματα της χώρας και τους ξηγιέται. «Φέρτε μου τα φράγκα κι από ότι μαζεύετε, 2% δικά σας». Ξαμολιούνται τα παιδιά, απειλούν, δέρνουν, σπάνε, κάτι μαζεύουν… Φτιάχνει την πρώτη μπάζα ο τσιφούτης αλλά είναι ακόμα παθητικός. Το μπλοκάκι ούτε που αδυνάτισε καθόλου, τετράπαχο παραμένει.


Πάει λοιπόν στα δικαστήρια και τις αστυνομίες. «Βοηθήστε με, καλοί μου άνθρωποι, φτωχός είμαι, το κομπόδεμά μου δάνεισα και τώρα δε με πληρώνουν επειδής είμαι γέρος κι ανήμπορος!» Φιλότιμοι οι σταυρωτήδες κάνουνε μια έτσι και ξεσπιτώνουν ένα κάρο κόσμο, αφού οι έρημοι οι άνθρωποι δεν έχουν να πληρώσουν.
Κάθεται τώρα ο τσιφούτης και ξαναμετράει. Τι πήρε; Λίγα λεφτά και μπόλικα χαμόσπιτα. Ούτε καν τα χρήματα που έδωσε στον χοντρό μπακάλη δεν έπιασε, τραβάει τις αραιές τρίχες που του έχουν απομείνει ο τσιφούτης. «Πως την πάτησα με τον κανάγια! Που, ακόμα και σκλάβους να τους πουλήσω όσους είναι εδώ μέσα στο μπλοκάκι - τα λεφτά μου δεν θα τα βγάλω!»
Από την άλλη πλευρά ο μπακάλης έχει πέσει στα μαύρα πανιά. Γιατί όσα του έδωσε ο τσιφούτης δε φτάνουν ούτε για «ζήτω» - έχει ξανοιχτεί πολύ, έχει τιγκάρει τις αποθήκες σε εμπόρευμα, χρωστάει στους προμηθευτές και ο κόσμος δεν περνάει να ψωνίσει ούτε λουμίνια για το καντήλι.. Πώς να περάσουν; Αφού δεν τους έχει μείνει ούτε κεραμίδι να βάλουν πάνω από το χάλι τους, να μην τους βλέπουν τα σύννεφα και τους φτύνουν καταιγιστικά, που λέει ο λόγος. Αρχίζει λοιπόν τις απολύσεις ο μπακάλης - την πληρώνουν οι μπακαλόγατοι και το παράρτημα ειδών μπακαλικής, μπας και σωθεί η επιχείρηση.
Έχουμε τώρα έναν τσιφούτη στα πρόθυρα αυτοκτονίας, έναν μπακάλη στα πρόθυρα εμφράγματος και τους μεροκαματιάρηδες δυο-τρία χιλιόμετρα βαθύτερα από τα πρόθυρα, στα υστερόθυρα, Καθαρτηρίου και Κολάσεως γωνία, για την ακρίβεια. «Το νου σας τυριά, θα σας φαν’ οι βλάχοι!» που λέει κι ο φιλόσοφος.
Επειδή όμως τέτοια πράγματα δεν πρέπει να συμβαίνουν σε μια ευυπόληπτη κοινωνία, παρεμβαίνει το κράτος, να βάλει τάξη. Γιατί άνευ τσιφούτη δεν κινείται το χρήμα, άνευ μπακάλη δεν εισάγονται φουά γκρα και άνευ μεροκαματιάρηδων δεν εισπράττονται φόροι για να αγοραστεί το φουά γκρα - με νιώθεις;

Ερώτηση: τι πρέπει να κάνει το κράτος στη συγκεκριμένη περίπτωση; Τι μέτρα πρέπει να πάρει;
Απαντήστε και εισπράττετε την βάσην ας πούμε, με ολίγη από μπούτι, εισπράττετε και το δίπλωμα οικονομολόγου να το' χετε, να πορεύεστε στους χαλεπούς καιρούς.
Απαντήσεις που δόθηκαν από τυχάρπαστους φωστήρες της μπακαλικής:

1. Μειώνει τους φόρους το κράτος, οπότε περισσεύουν χρήματα στους φτωχομπινέδες και ξεχρεώνουν το μπακάλη και τον τσιφούτη.

Σχόλιο: Αγαπητό μου παιδί, μάλλον διαβάζεις πολλές ιστορίες του Έκτορος Μαλό και της Μυρτώς Κοντοβά – δεν εξηγείται αλλιώς τόση απλοϊκότης! Και τι είναι ρε το κράτος, που θα μειώσει τους φόρους; Σύλλογος προστασίας αναξιοπαθούντων μισθωτών; Πως θα ζήσει το κράτος; Εδώ αυτά που παίρνει και δεν του φτάνουν - εσύ προτείνεις μείωση; Άσε που, αν περισσέψουν λεφτά στους φτωχούς, σιγά μην πάνε να ξεχρεώσουν! Θα αγοράσουν ένα κάρο μαλακίες και θα βρεθούν ακόμα πιο χρεωμένοι - έτσι όπως ακριβώς κάνουν τα τελευταία χρόνια! Ξαναπέρνα το Σεπτέμβρη με τον κηδεμόνα σου αγαπητό μου παιδί.

2. Ξεχρεώνει το κράτος τα χρωστούμενα από την τσέπη του και τα κρατάει λίγα-λίγα από τα μισθά των φτωχώνε.

Σχόλιο: Από τον προηγούμενο αντέγραψες και άλλαξες λίγο το συμπέρασμα για να μη σε πάρουν είδηση; Ρε πανίβλακα, αφού και το κράτος από τον τσιφούτη δανείζεται, πού θα βρει λεφτά να τον ξεχρεώσει; Ξαναπέρνα τον Σεπτέμβρη χωρίς τον κηδεμόνα σου, έτσι κι αλλιώς θα ξανακοπείς λόγω αντιγραφής.

3. Αφήνει το κράτος τον τσιφούτη και τον χοντρό να ψοφήσουν επειδή κάνανε μαλακίες και ανοίγει ένα δικό του μπακάλικο μαζί με μια κρατική τσιφουτερί για να βολευτεί ο κοσμάκης.

Σχόλιο: Κατ' αρχάς η γλώσσα που χρησιμοποιείς δεν ταιριάζει σε επιστήμονα παύλα άνθρωπο. Κατά δεύτερον, αν ψοφήσει το κεφάλαιο ποιος θα χρηματοδοτεί τους βουλευτές να βουλεύονται και τους υπουργούς να υποεργάζονται; Κατά τρίτον, είσαι παλιοκομμούνι και η ιστορία σε έχει καταδικάσει στο πυρ το εξώτερον! Ξαναπέρνα το Σεπτέμβρη που θα έχει τελειώσει η τουριστική περίοδος και θα ξαναλειτουργήσουμε τη Μακρόνησο, να δούμε τι θα κάνουμε με σένα.

4. Αγοράζει το κράτος ένα ολοκαίνουργο τεφτέρι, λευκό σαν αθώα περιστερά και το δίνει στον χοντρό. Δίνει κι ένα στον τσιφούτη για να μη γκρινιάζει. Και τους λέει «μην ανησυχείτε, εγώ είμαι εδώ - γράψτε κατά βούληση, εγγυώμαι εγώ τα λεφτά σας».

Σχόλιο: Να συλληφθεί πάραυτα ο γράψας την παραπάνω τούφα και να του απαγγελθούν επιτόπου κατηγορίες περιύβρισης αρχής, παρακώλυσης συγκοινωνιών, σύστασης συμμορίας καθώς και κατανάλωσης ψυχότροπων ουσιών εν ώρα μαθήματος.
Στο ξεκίνημα της παγκόσμιας κρίσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σύμπασα η ανθρωπότης προσκύνησε τον προφήτη Γκόρντον Μπράουν που είχε την έμπνευση να «δανείσει» χρήματα στις τράπεζες, βάζοντας πόδι στους διοικητικούς τους μηχανισμούς, προκειμένου να εκτονωθεί η κρίση. Αυτό έγινε στην Αγγλία και οι ηγέτες των υπόλοιπων χωρών έσπευσαν να κάνουν το ίδιο. Σήμερα όλο και περισσότεροι πολιτικοί ηγέτες μπερδεύονται στο άκουσμα του παραπάνω ονόματος. Η συνήθης αντίδραση είναι του στυλ
«Μπράουν; Άι θινκ χι ιζ εν οβερεστιμέιτεντ πλέιερ - ΑΕΚ Αθενς σουντ νοτ ρινιού χις κόντρακτ! Παντελής Μπράουν ιζ φορ δε μπάζα άι τελ γιου».
Κοντολογίς, όλο και περισσότεροι θέλουν να ξεχάσουν τη μαλακία του Γκόρντονα του Καφέ. Γιατί;

Διότι το πρόβλημα ήταν το πλεόνασμα παραγωγής που κυκλοφόρησε στην αγορά και η οικονομική αδυναμία των καταναλωτών να το απορροφήσουν. Πράγμα το οποίο οδήγησε στην κυκλοφορία πλασματικού χρήματος μέσω του υπερδανεισμού. Που με τη σειρά του οδήγησε σε κατάρρευση των αγορών εφόσον το πλασματικό χρήμα δεν μπορεί με τίποτα να γίνει πραγματικό.
Όταν έρχεσαι εσύ και λες ότι θα ρίξεις ΚΙ ΑΛΛΟ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΟ ΧΡΗΜΑ, για να διορθώσεις την κατάσταση - είσαι, το λιγότερο, μαστουρωμένος! Για περισσότερες πληροφορίες ξαναδιάβασε την απάντηση νο. 4.


Μάλιστα ο δικός μας οικονομικός κεφάλας δεν άντεξε και το έσκασε το παραμύθι σε συνέντευξη τύπου.
«Δεν είναι πραγματικά τα κεφάλαια που θα δώσουμε για την στήριξη των τραπεζών, απλώς θα εγγυηθούμε την χρηματοπιστωτική επάρκεια για να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη», έτσι ακριβώς όπως στο λέω το είπε ο άνθρωπος! Μα φυσικά και δεν είναι πραγματικά τα κεφάλαια κύριε Παραλογοσκούφη μου! Εσείς μέχρι χτες δανειζόσασταν από τις τράπεζες εκδίδοντας ομόλογα για να καλύψετε τους προϋπολογισμούς σας (το επιτρεπτό ετήσιο έλλειμμα στην Ε.Ε. είναι 3%, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε χρόνο τα κράτη - μέλη πρέπει να δανείζονται χρήματα για να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες τους) - τώρα πως βρεθήκατε να δανείζετε τις τράπεζες; Τσου ρε λάκηδες!
Ξεκαθαρίζω - η λύση που προωθείται από τις κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων χωρών για την αντιμετώπιση της κρίσης μοιάζει με συνταγή αλμπάνη γιατρού για την αντιμετώπιση του καρκίνου.
«Από πού να πάρω αυτά τα φάρμακα γιατρέ μου;» «Μα δεν χρειάζεται να πάρετε τα φάρμακα αγαπητέ! Αρκεί να φάτε το χαρτί της συνταγής και θα γίνετε σίγουρα καλά!».

Ξεκαθαρίζω - μέχρι να ρεφάρει η αγορά τη χασούρα της, μέχρι δηλαδή να αντιμετωπίσουν τη ζημιά από το πλασματικό χρήμα, θα περάσουν πολλές αναποτελεσματικές νύχτες του Αγίου Βαρθολομαίου ακόμα και μέρα -μεσημέρι... Άρχισαν ήδη να κλείνουν τα παραρτήματά τους οι αυτοκινητοβιομηχανίες, θα ακολουθήσουν εταιρείες ειδών εικόνας - ήχου, κινηματογραφικά στούντιο, εταιρείες παροχής υπηρεσιών και ειδών ψυχαγωγίας και αναψυχής, τουριστικά καταλύματα. Με λίγα λόγια, η πολυτέλεια θα φάει πρώτη χώμα.

Ξεκαθαρίζω - άνθρωποι θα μείνουν στο δρόμο, προγράμματα ανεργίας θα αποτύχουν να καλύψουν τις ανάγκες τους και η αγορά θα υπολειτουργεί χειροτερεύοντας συνεχώς την κατάσταση.

Ξεκαθαρίζω - αυτή τη φάση οι γραμματιζούμενοι τη λένε «ύφεση». Και κουβαλάει στασιμοπληθωρισμό (υψηλό πληθωρισμό που δεν πέφτει με τίποτα), συνεχώς αυξανόμενη ανεργία, μείωση των παραγωγικών διαδικασιών μέχρι τη στιγμή που…
Που; Δεν θα αναλύσω το μαρξιστικό σενάριο, όπου το σύστημα καταρρέει μέσα στις αντιφάσεις του. Ξέρεις γιατί;

Επειδή αυτό είναι το ΑΙΣΙΟΔΟΞΟ σενάριο. Θα σου πω όμως για την άλλη προοπτική, αυτή που διδάσκονται οι οικονομολόγοι στο μάθημα της οικονομικής θεωρίας - όταν μελετάνε τα νεότερα οικονομικά μοντέλα.

Για να ξεπεραστεί η ύφεση, έχει αποδειχτεί από την ιστορική εμπειρία ότι θα πρέπει να επέλθει ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΜΕΡΟΥΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ.
Μόνο έτσι θα μειωθεί το αγοραστικό κοινό παράλληλα με τη (σε μεγαλύτερο βαθμό) μείωση της προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών και μόνο με αυτόν τον τρόπο θα οδηγηθούμε σε αύξηση της αγοραστικής ικανότητας και, ακολούθως, αύξηση των τιμών. Μαγικό, έτσι;
Τι σημαίνει όμως «καταστροφή μέρους των παραγωγικών μηχανισμών»; Παραγωγικοί μηχανισμοί είναι οι εργαζόμενοι και τα μέσα παραγωγής (μηχανήματα, κτίρια κ.λ.π.) - να το ξεκαθαρίσω αυτό. Και πως καταστρέφονται; Πανεύκολα!
Οι άνθρωποι-εργαζόμενοι σκοτώνονται μαζικά σε πεδία μαχών, τα εργοστάσια βομβαρδίζονται, οι οδικές αρτηρίες μεταφοράς εμπορευμάτων ανατινάζονται, η αεροπορία και το ναυτικό χρησιμοποιούνται για τη διεξαγωγή εχθροπραξιών. Χρειάζεται να σου πω κι άλλα για να καταλάβεις ότι η «καταστροφή μέρους των παραγωγικών μηχανισμών» συνεπάγεται πόλεμο; Παγκόσμιο κατά προτίμηση, να μην κάνουμε διπλές και τρίδιπλες δουλειές - να ξεμπερδεύουμε με τη μία.


Ο μπακάλης δεν θα πάει στον πόλεμο γιατί έχει πλατυποδία, ο γερο-τσιφούτης επίσης δεν θα πάει, λόγω ηλικίας. Αλλά θα είναι εδώ όταν εσύ δεν θα γυρίσεις για να συνεχίσουν τις δουλειές τους με καλύτερες συνθήκες και έχοντας σβήσει τις συνέπειες των βλακωδών ενεργειών τους. Ο Καφές Γκόρντον (ο Gordon Brown δηλαδή) δεν θα πάει στον πόλεμο λόγω στραβισμού, ο Σαρκοζί δεν θα πάει επειδή είναι προστάτης οικογένειας, η Μέρκελ θα το παίξει γυναίκα και δεν θα καταταγεί, ο Αμερικάνος Πρόεδρος δεν θα πάει επίσης - επειδή εκεί η θητεία είναι προαιρετική. Θα μείνουν πίσω να περιμένουν εσένα, να τους διευκολύνεις ψοφώντας σε κάποιον βομβαρδισμένο κωλότοπo....
Δεν έχει σημασία πόσα χρόνια έζησες στη ζωή, αλλά η ζωή που έζησες......
17/3/2009
Για την αντιγραφή
Μάρκος Νικητάκης

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009

ΑΠΕΛΠΙΣΤΗΚΑ

Γρηγόρης Μπιθικώτσης συνέντευξη

ΘΑΝΑΣΗΣ ΛΑΛΑΣ | Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2002


«Ο κόσμος πάει από το κακό στο χειρότερο... Μας τέλειωσαν όλα τα αποθέματα πόνου που είχαμε. Ένας νέος πόλεμος θα βοηθήσει να κάνουμε μια νέα εισαγωγή πόνου...»
Τάδε έφη ο σερ του ελληνικού τραγουδιού Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Ήθελα πάντα να τον γνωρίσω. Είχα κλείσει αρκετές φορές ραντεβού μαζί του, κάτι συνέβαινε όμως την τελευταία στιγμή (μια μικρή αδιαθεσία, ένα πρόβλημα υγείας που απαιτούσε άμεση αντιμετώπιση) και το αναβάλλαμε. Αυτή τη φορά ήμουν τυχερός. Έφθασα στο σπίτι του ευτυχισμένος που θα τον συναντούσα, αλλά και με μια μικρή αγωνία: θα συζητούσα άραγε με έναν άνθρωπο τόσο μεγάλο όσο φαίνεται μέσα από τα τραγούδια του; Με υποδέχθηκε με τη γυναίκα του και τον γιο του στο πλευρό του. Πολύ ευγενικός. Και πράγματι τόσο μεγάλος όσο τον φανταζόμουν, όσο τον ήθελα.

- Τώρα που έχουν περάσει τα χρόνια σκέφτεστε πώς έγινε και βρεθήκατε να ασχολείστε με το τραγούδι; Θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι και να μην είχατε γίνει τραγουδιστής;
«Ναι, ήμουν υδραυλικός, και μάλιστα καλός τεχνίτης. Από το σπίτι βέβαια θέλαν να με μορφώσουν... τ' αδέρφια μου, ο πατέρας μου, η μάνα μου... επειδή εγώ ήμουν ο τελευταίος».
- Πού μεγαλώσατε;
«Στο Περιστέρι. Από τ' αδέρφια μου κανένας δεν πέρασε στα γράμματα, πήγαν όλοι σε τέχνες, και θέλαν εμένα να με κάνουν να μάθω γράμματα, να πάω παραπέρα απ' το δημοτικό. Εγώ εν τω μεταξύ από μικρός, από εφτά-οχτώ χρονών, παίζω κιθάρα κι έχω μέσα μου κάτι».
- Πώς βρέθηκε η κιθάρα στα χέρια σας;
«Του αδερφού μου του μεγάλου ήτανε. Είχε πάει και μάθαινε νότες στο ωδείο. Την είχε μέσα σε μια μαξιλαροθήκη κρεμασμένη από ένα καρφί πάνω απ' το κρεβάτι. Η μητέρα μου, για να μη βγαίνω έξω και παίζω και κρυώνω κι όλ' αυτά, μ' άφηνε και γρατζούναγα. Θέλω να πω ότι γεννιόνται όλα στη ζωή. Την κοίταγα εγώ, την κοίταγα... πολύ καιρό την κοίταγα την κιθάρα. Η μητέρα μου εκείνη την εποχή σήκωνε τα πάκια. Εγώ για να φεύγει από το σπίτι πήγαινα και της έλεγα: "Πέρασε η πατριώτισσά σου η κυρά - Βαγγέλαινα και είπε να πας από ' κεί για να της σηκώσεις τα πάκια" - ψέματα έλεγα... Για να πάει εκεί ήθελε μία ώρα μόνο να φτάσει και μία να γυρίσει δύο και καμιά ώρα που θα κουβέντιαζε τρεις. Κατέβαζα εγώ την κιθάρα από τη μαξιλάρα και έπαιζα. Μέχρι που μια μέρα της λέω της μάνας μου: "Να κατεβάσω την κιθάρα από τη μαξιλαροθήκη;". " Όχι", μου λέει, "θα μας σκοτώσει ο μεγάλος". Ήταν ένα τραγούδι τότε που έλεγε: "Θα 'θελα να σε ξεχάσω, όμως στην καρδιά μου πονώ". Η μητέρα μου δεν ήξερε πολύ απ' αυτά τα τραγούδια, ήξερε από την πατρίδα της την Κάρυστο. Μόλις λοιπόν άκουσε τον ήχο, ότι εγώ κάτι κάνω, "βρε", μου λέει, "δώσ' του...". Μου 'πε βέβαια "μου 'πες ψέματα, που μ' έστειλες κτλ. κτλ. " και της είπα "γι' αυτό σου 'πα ψέματα, μαμά, την κιθάρα σκάλιζα...", αλλά δε μ' άφηνε. Μια μέρα που έβρεχε μπήκε και ο αδερφός μου μέσα χωρίς να τον καταλάβουμε, άκουσε που έπαιζα και μου λέει: "Εσύ έπαιζες;". Λέω: "Ναι". Μου λέει: "Πάρ' τη για δικιά σου"».
- Εσείς εκείνη την εποχή ήσασταν καλός μαθητής;
«Όχι, είχα έναν που μ' έσπρωχνε πολύ κι εγώ τον εμάθαινα κιθάρα, τον Θανάση τον Αναγνωστόπουλο. Εκείνος έγινε πλοίαρχος του Εμπορικού Ναυτικού. Τελείωσα λοιπόν το δημοτικό και, όπως είπα, θέλαν να με μορφώσουνε. Με βάλανε οδός Μέντορος - το θυμάμαι σαν τώρα -, Κολοκυνθούς και Πειραιώς ήταν το Γυμνάσιο... Α' Γυμνασίου. Πήγα κάνα - δυο μήνες, δεν καταλάβαινα τι λέγανε... Δεν τα 'θελα τα γράμματα. Μέσα μου κοιμόταν ένα θηρίο. Έτσι ένιωθα εγώ, ότι μέσα μου ήθελα κάτι άλλο. Εν πάση περιπτώσει έφυγα, πήγα κι έκλαιγα στο σπίτι, με δείρανε κτλ. η μάνα μου, ο πατέρας μου, τ' αδέρφια μου... Μόνο ο αδερφός μου ο μεγάλος πετάχτηκε και είπε: "Ε, με το ζόρι δεν μπορεί να γίνει αυτό". Με βάλαν λοιπόν σ' ένα κατάστημα υδραυλικών στην πλατεία Βάθης, Μάρνη και Βίκτωρος Ουγκώ. Στο σχολείο, στην πρώτη τάξη, πήγα το '29, επτά χρονών - είμαι το '22 γεννηθείς. Τελείωσα το '35 και μέχρι το '40 - μέσα σε πέντε χρόνια - είχα γίνει μάστορας. Έπαιζα βέβαια και την κιθάρα. Έχω ακούσει και το Μάρκο το Βαμβακάρη, το "Σωκράτη" της ελληνικής μουσικής, του λαϊκού μας τραγουδιού...».

- Σε κουτούκια πηγαίνατε και τον ακούγατε;

«Όχι, είχε έρθει στο Περιστέρι κι έπαιξε μαζί με το Χιώτη το '36-'37... Κι έφαγα και ξύλο εκεί πέρα, γιατί άργησα τρία βράδια που έκατσα και τον άκουσα. Κι ενώ μέχρι τότε ήμουνα στα μοντέρνα, με το που τον ακούω, αλλάζω αμέσως στο λαϊκό. Μέσα μου χτύπησε πολύ ωραιότερα το λαϊκό τραγούδι».
- Ως τότε δηλαδή ακούγατε μοντέρνα;
«Ναι, ναι... βέβαια, Πολυμέρη και τέτοια. Ήμουνα πολύ γνωστός και με το Γιώργο τον Κεφαλά...».
- Γιατί όταν ακούσατε τον Βαμβακάρη τρελαθήκατε;
«Δεν ξέρω, κάτι χτύπησε μέσα μου, μια άλλη νότα, μια άλλη μελωδία... ένα πράγμα άλλο. Μόλις άκουσα το Βαμβακάρη αλλάξαν όλα μέσα μου».
- Τον γνωρίσατε ποτέ τον Βαμβακάρη από κοντά;

«Πώς... αμέ. Όταν πήγαινα στα πάρτι, είχα λερωμένα τα χέρια μου από υδραυλικός. Τα 'πλενα, τα 'πλενα, πάλι μουντζουρωμένα ήτανε. Λέω: "Τι θα γίνει τώρα;". Εν πάση περιπτώσει, ήρθε η Κατοχή και μπήκα μέσα σ' ένα μαγαζί μ' ένα φίλο μου, το Μήτσο το Ρεπάνη, τον αδερφό του Αντώνη του τραγουδιστή - στον "Παβλιάβα" στο Περιστέρι. Εκείνος έπαιζε σαντούρι, εγώ έπαιζα μπουζούκι, ο Χρήστος κιθάρα κι έτσι κάναμε συγκρότημα.. Εκεί μέσα δούλεψα στην Κατοχή. Μετά ήρθε το '45, το '46, φύγαν οι Γερμανοί, το '47 πήγα στη Μακρόνησο. "Τι δουλειά κάνεις; " μου 'πε ένας αξιωματικός που ήταν εκεί για να μας βάζει στην ουρά. Λέω: "Είμαι μουσικός". Μου λέει: "Κάνε στην άκρη... τι παίζεις;". Εκείνος έπαιζε βιολί. Αν με ρωτήσεις, δε θυμάμαι τ' όνομά του. Τον είχαμε βγάλει Βουνοτρυπίδη, επειδή είχε πει: "Θα τρυπήσουμε από 'δώ το βουνό για να κάνουμε το θέατρο". "Ο Βουνοτρυπίδης" λέγαμε. (γέλια) Έψαξα εκεί, βρήκα ένα ακορντεόν, βρήκα ένα κιθαρίστα, τον Αβραμίδη το Γιώργο - του παπά γιος απ' τη Θεσσαλονίκη -, ο Λημναίος ο Χρήστος κιθάρα, ένας ντράμερ... Ο ακορντεονίστας ήταν φερμένος από τη Μέση Ανατολή. Έκανα λοιπόν το συγκρότημα και παίζαμε στη Λέσχη Αξιωματικών, όπου είχε κι ένα χωνί απ' έξω κι αφού παίζαμε τη νύχτα μέσα για τους αξιωματικούς - τον υποδιοικητή κι αυτά όλα - απ' έξω ακούγανε και οι δέκα-δεκαπέντε χιλιάδες... ένα τάγμα. Εκεί γνώρισα και το Θεοδωράκη, από 'κεί πέρασε όλη η Αθήνα, όλη η αφρόκρεμα του μυαλού».
- Εσείς πώς βρεθήκατε στη Μακρόνησο;
«Δεν ήμουνα σε πολλά, αλλά εν πάση περιπτώσει Κατοχή ήτανε, μια κιθαρίτσα έπαιζα, κάποιος έβαφε στο ντουβάρι, κάπου με είχανε γράψει... Δεν είχα κάνει και πολλά».
- Δεν ήσασταν δηλαδή αριστερός με τη λογική αυτή.

«Οχι με τη λογική αυτή. Ήμουνα έτσι... με τη μουσική τρεχάλα, επάνω στη μουσική είχα κάτσει».

- Το ρωτάω επειδή σήμερα έχουν βγει όλοι αριστεροί. (γέλια)

«Μάλιστα, έχουν βγει όλοι αριστεροί. Αριστεροί ήταν αυτοί που κατεβήκαν απ' τα βουνά, ήρθαν στις πόλεις κι έγινε η μάχη το '44, τα Δεκεμβριανά που λένε. Εγώ τότε είχε ανοίξει ο γαμπρός μου ένα πηγάδι τρία μέτρα για να μην πιάσει νερό και κάτω κάτω είχε μπούκες για τις βόμβες που ρίχνανε Σκόμπι από τον Πειραιά. Αυτή είναι η ζωή μας... Με το που απολύθηκα από τη Μακρόνησο, έγινα συνθέτης».
- Λέτε, δηλαδή, ότι πολλοί απ' αυτούς που ήταν στη Μακρόνησο βρεθήκαν εκεί χωρίς να είναι πραγματικά αριστεροί.

«Σήμερα ό,τι δηλώσεις είσαι, ενώ τότε ήσουν ό,τι θέλαν εκείνοι. Το κατάλαβες τι είπα; Και σου λέγανε ότι θα υπογράψεις για να μας αποδείξεις ότι δεν είσαι. Εγώ δεν έχω υπογράψει ποτέ. Το ξεπέρασα με το όργανο. Δε μου 'πανε ποτέ τίποτα, κανένας. Ενώ πηγαίνανε στην ουρά στα στρατηγεία - εκεί που είπαμε - να υπογράψουν, εγώ κοιμόμουν γιατί ξενύχταγα στη Λέσχη Αξιωματικών και μου 'λεγε ο λοχαγός: "Να πηγαίνεις κι εσύ στην ουρά και να πηγαίνεις όλο και πιο πίσω, να περνάει η μέρα"».

- Υπάρχει κάτι που ανακαλύψατε στη Μακρόνησο; Πέρα δηλαδή απ' όλα τα υπόλοιπα, σας βοήθησε σε κάτι στη ζωή σας;

«Ένιωσα τη σκληράδα της ζωής, ένιωσα τον άνθρωπο. Οι άνθρωποι που ήταν εκεί για να βασανίζουν μ' αγαπούσαν πολύ εμένανε. Δε μου μίλαγε κανένας. Και γλίτωσα πολλούς ανθρώπους χάρη στο ότι εγώ έπαιζα το μπουζούκι και τους ψυχαγωγούσα, και τους βασανιστές ακόμα, και πήγαινα μετά και τους ζητούσα χάρες για να τη γλιτώνουν τα φιλαράκια... όποιον έβλεπα τέλος πάντων και είχε ανάγκη από βοήθεια». -

Έχετε καταλάβει τι κάνει έναν άνθρωπο να φτάνει στο σημείο να βασανίζει κάποιον άλλον;
«Το 'χει μέσα του. Τέτοιοι άνθρωποι υπάρχει ένα 4%-5%. Είναι νόμος, υπάρχουν και σήμερα αυτοί».
- Πώς σας ήρθε να γράψετε τραγούδια;
«Ήτανε μέσα μου. Όπως ήθελα την κιθάρα κι έμαθα, κι όπως έμαθα το μπουζούκι, έτσι ήτανε κι αυτό παρέα. Μέσα στο μουσικό υπάρχουν αυτά τα πράγματα και του κάνουνε παρέα. Υπάρχει μουσικός που μόνο παίζει και δεν έχει παρέα τη σύνθεση. Είναι κάτι άλλο αυτό, ένα άλλο δεδομένο».

- Τον Βαμβακάρη γιατί τον λέτε «Σωκράτη»;

«Τον λέω γιατί όλοι αυτόν ακούσαμε, είναι ο δάσκαλός μας. Κάπως έτσι πιστεύω ότι θα 'τανε κι ο Σωκράτης τότε. Μετά παρουσιάστηκε και ο Πλάτων, που μας είπανε ότι ήταν καλός μαθητής. Μπορεί και να 'ναι εσφαλμένα πολλά απ' αυτά που μας λένε, γιατί βλέπω ότι και για τη δική μου τη ζωή άλλοι μου τα λένε αλλιώς, άλλοι αλλιώς... Ένα 70% τα λέει και όπως είναι πραγματικά ο Γρηγόρης. Υπάρχει όμως κι ένα 30% που τα λέει περίπου. Κι έρχομαι κι εγώ να πω ότι απόγονο του Σωκράτη στον αιώνα που πέρασε έχουμε το Μάρκο Βαμβακάρη. Μα όχι μόνο εγώ. Όλοι όσους ρώτησα συμφωνούσαν μ' αυτό. Και ο Κίτσος, ο αδερφός του Τσιτσάνη, στα Τρίκαλα που πήγα, μες στο καφενείο τους το Βαμβακάρη ακούγανε. Και ο ίδιος ο Τσιτσάνης, αν και ήταν μικρότερος βέβαια...».
- Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους - ενώ οι περισσότεροι δε γνωρίζουν από μουσική -, ακούγοντας ένα μεγάλο τραγούδι, όπως είναι για παράδειγμα η «Φραγκοσυριανή», ν' αναγνωρίζουν την αξία του;
«Δεν είναι όλα τα τραγούδια, μερικά τραγούδια είναι αυτά που κάθονται μες στην καρδιά μας και καμιά φορά μας έρχεται κάποιο απ' αυτά εκεί που πλενόμαστε και δε μας φεύγει με τίποτα. Το τραγουδάμε και λέμε: "Ρε γαμώ το, γιατί το λέω όλη την ώρα αυτό;"».
- Για σας ποια είναι τα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου τραγουδιού; Εσείς δηλαδή, ακούγοντας ένα τραγούδι, είστε σε θέση να καταλάβετε αν θα γίνει μεγάλο;
«Είναι δύσκολο πολύ, αλλά όταν υπάρχει ο στίχος ο δυνατός... Γιατί εγώ έγραφα πάντοτε επάνω στον στίχο. Ήθελα να δω το στίχο, να μπει μες στην καρδιά μου, και μετά έγραφα τη μουσική. Έχω γράψει "Στου Μπελαμή του Ουζερί" - μεγάλο τραγούδι, Κώστας Βίρβος - έχω γράψει την "Επίσημη αγαπημένη", "Μια γυναίκα φεύγει", το "Τρελοκόριτσο" του Γιάννη του Παπαδόπουλου... Σε όλ' αυτά έβλεπα πρώτα το στίχο, τον διάβαζα και, αφού καθόταν μες στην καρδιά μου, η μελωδία μετά γινόταν μια κι έξω».
- Αυτό είναι που λέμε έμπνευση;
«Έμπνευση, και μάλιστα μεγάλη έμπνευση. Είναι σαν να κάνεις έρωτα με τον εαυτό σου, το "είναι" σου με την καρδιά σου. Το "είναι" για μένα είναι χώρια από την καρδιά, είναι ξεχωριστά πράγματα. Όπως είναι το σώμα μας, η σάρκα και τα οστά μας, είναι η καρδιά μας, που δουλεύει μόνη της συνέχεια, και το "είναι" μας κοιμάται. Και το ξυπνάει η καρδιά».
- Σήμερα πώς τα σκέφτεστε όλα αυτά που ζήσατε στη ζωή σας; Δεν σας πιάνει μια μελαγχολία που χάθηκαν, που τα έχετε αφήσει πίσω;
«Είναι ένα όνειρο, αληθινό όμως, που το πλάθω με το να το σκέπτομαι. Αποφεύγω όμως να το φέρνω στο μυαλό μου αυτό το όνειρο, το ζωντανό, το αληθινό, γιατί με τη σημερινή κατάσταση δεν έχω μία άλλη... Όχι ότι είμαι μεγάλος και ζηλεύω τους νέους... Εγώ νιώθω πολύ πιτσιρίκος».
- Πιστεύετε ότι μεγαλώνει ο άνθρωπος;
«Ε, βέβαια...».
- Τι χάνει όταν μεγαλώνει και τι δεν πρέπει να χάσει;

«Τίποτα... Πολλές φορές όταν θυμάμαι ότι είμαι 80 χρονών λέω τι έγινε, ρε γαμώ το, πότε έγινε αυτό; Πώς, ας πούμε, δε θυμάσαι τι έφαγες χθες; Κάτι τέτοιο είναι κι αυτό... Αλλά τις πιο πολλές φορές - γι' αυτό υπάρχω - δε ζηλεύω επειδή είναι ο άλλος νέος ή να πω "γαμώ τη μάνα του". Οχι τέτοια πράγματα. Είμαι πολύ κύριος, γιατί έχω κάνει μια δουλειά πολύ σοβαρή, έχω μιλήσει με τους ποιητές μας, έχω τραγουδήσει τους ποιητές μας. Από τα συρτάρια που ήτανε τους έχω βγάλει στο δρόμο παρέα με όλους τους μεγάλους συνθέτες. Είχα πάντα μια καρδιά ανοιχτή για τους ανθρώπους που πέσαν στη ζωή. Μια φανταστική λίμνη υπάρχει που πρέπει ο κάθε άνθρωπος που είναι δυνατός - γιατί είναι λίγοι πάντοτε οι δυνατοί - να πετάει μια πέτρα μέσα σ' αυτήν και να αφήνει κάτι, να βγαίνουν λίγα νερά έξω στο δρόμο και να ξεπλένουν τα πράγματα, να μην έχει σκόνη».

- Επομένως σημασία έχει να μην αφήνεις ποτέ τα πράγματα να είναι ήρεμα, να ρίχνει ο καθένας την πέτρα του για να αναστατώνονται κάθε τόσο τα νερά.

«Βεβαίως, νόμος. Εγώ πιστεύω ότι κάθε κράτος δε διοικείται από τον κύριο βασιλιά ή πρόεδρο ή πρωθυπουργό ή από τους υπουργούς. Τα κράτη διοικούνται από τη μόρφωση και από την τέχνη την καλή, από τον ποιητή, από το μουσικό, τον τραγουδιστή, το ζωγράφο... από αυτά όλα... από τους επιστήμονες... Αυτά είναι η βάση μας. Οι άλλοι είναι ένας στρατός μία κι έξω. Μας φέρνουν μαντάτα από τα άλλα κράτη, πολεμάμε - δεν πολεμάμε, τα σύνορα είναι τόσα - δεν είναι τόσα, υπάρχει ένας στρατός που φοράει τη στολή του, που ακούει τα λόγια που λένε οι πολιτικοί, δέχεται εντολές ότι θα κάνουμε εκείνο - δε θα κάνουμε το άλλο κι έτσι προχωράμε. Αλλά όμως το φαγητό, η τροφή μας - όλων αυτών και των πολιτικών και του στρατού - είναι η επιστήμη και οι τέχνες γενικά».
- Αν υποθέσουμε ότι ο Βαμβακάρης ήταν ο «Σωκράτης» του ελληνικού τραγουδιού στον αιώνα που πέρασε, όλοι αυτοί μετά τον Βαμβακάρη - δηλαδή ο Μίκης, ο Μάνος, ο Ξαρχάκος... όλοι αυτοί τι είναι;
«Άκου να σου πω, αν δεν ήταν ο Βαμβακάρης φοβάμαι ότι δε θα ήταν και όλοι αυτοί. Αυτοί είχανε σπουδάσει να κάνουνε μια άλλη δουλειά, κλασική που λέμε... ορατόρια, σονάτες και τέτοια. Η σχέση τους με το λαϊκό ξεκινάει από τη ρίζα αυτή. Εμένανε άκουσε ο Μίκης που έλεγα το "Τρελοκόριτσο" όταν σπούδαζε στο Παρίσι και όταν ήμασταν μαζί στη Μακρόνησο. Εκείνος ήρθε το '59. Και ο Χατζιδάκις άκουσε κάποια άλλα και ο Τσιτσάνης είχε τα δικά του ακούσματα κι όλα μαζί έρχονται από τη "σπηλιά" εκείνη. Διότι αν δεν ήταν αυτό το "σπήλαιο" να βγάζει προς τα έξω όλη αυτή την παραγωγή και να μπούμε εμείς τα "φίδια" μέσα και να μας χωρέσει όλους, θα 'χαμε παγώσει. Εκείνοι θα 'τανε ψευτο - Μπετοβενάκηδες κι εγώ ψιλο - Πολυμέρης. Επίσης και ο Παπαϊωάννου, μεγάλη υπόθεσις. Κι εκείνος μεγάλος, πολύ μεγάλος και πιο κοντά στο Βαμβακάρη».

- Για σας, η γλύκα, η ουσία της ζωής κρύβεται στο σκοτάδι ή στο φως;

«Νομίζω ότι κρύβεται στο σκοτάδι και πρέπει να ψάξεις να τη βρεις. Αυτό το πράγμα δεν κερνιέται, δε σ' το κερνάει δηλαδή κανείς τσάμπα. Θα ψάξεις, θα δουλέψεις για ν' αποκτήσεις και να πάρεις τη χαρά. Και οι μεγάλοι και όλοι».

- Η χαρά πάει αγκαζέ με τον πόνο;

«Είναι ξέχωρο πράγμα, αλλά είναι και τα δύο στο ίδιο σώμα μέσα, στο σώμα της ζωής. Χαίρεται η καρδιά σου, πονάει η καρδιά σου. Μόνη της είναι. Για σκέψου πόσες χιλιάδες εκατομμύρια φορές χτυπάει η καρδιά στον άνθρωπο και αναλόγως πόσο θα ζήσει, με πόσους παλμούς... συνέχεια».
- Εσείς πώς αντιμετωπίζετε τον πόνο;

«Θα το αρχίσω αλλιώς. Εγώ είμαι ένας αγωγιάτης και εσύ με ξυπνάς. Είσαι το αγώι, ήρθες και έφερες πράγματα εδώ πέρα και με ρωτάς - τι είναι αυτό, τι είναι το άλλο... και με ξυπνάς. Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη. Εγώ θυμάμαι, ακόμα το μυαλό δουλεύει. Το μόνο που έχω πόνους. Πονάω... εντάξει. Εχω κάνει δύο εγχειρήσεις κοιλιακής αορτής, είναι τα χρόνια περασμένα, είναι οι ρευματισμοί, είναι η μέση, είναι τούτο, είναι το άλλο... Τον πόνο όμως δεν πρέπει να τον ακούς. Γι' αυτό υπάρχω. Και τον πόνο που έχω βρει είναι επειδή καμιά φορά το λέω ότι "πονάω, ρε γαμώ το", και μετά λέω "γιατί το είπα τώρα ότι πονάω; Αει σιχτίρ...". Αλλά πάλι δεν μπορείς και να μην το πεις. Πρέπει όμως να το παραμερίζεις. Γιατί αυτό γουστάρει ο πόνος. Να σε πάρει να φύγετε και να τελειώνεις. Εκεί του λες, φέρ' ειπείν, "Αντε και πηδήξου, ρε...". Δεν τον ακούς».

- Αφού είναι ωραία η ζωή, γιατί να τελειώνει;

«Είναι νόμος, τελειώνει. Εγώ διαβάζω πολύ, πιστεύω ότι λίγοι άνθρωποι διαβάζουν όσο διαβάζω εγώ. Τώρα διαβάζω το ένθετο που έχουν τα "Νέα" για την ιστορία του αιώνα. Και λέει τι τράβηξε το κάθε κράτος, πόσες φορές έγιναν πόλεμοι, πόσοι πέρασαν απ' την Ελλάδα... Εγώ θα σου πω κάτι που δεν το ξέρεις ούτε εσύ ούτε κανείς. Πώς πέθανε ο Καραϊσκάκης; Και γιατί λέμε - θα το γράψεις έτσι όπως θα σ' το πω - γιατί λέμε "στ' αρχίδια μου"; Ο Καραϊσκάκης ήταν στρατηγός στον Περαία και ο Κουντουριώτης ήταν ναύαρχος. Τους άλλαξε λοιπόν ο Καποδίστριας μ' ένα στρατηγό που δε θυμάμαι τώρα τ' όνομά του και στη θέση του Κουντουριώτη έβαλε έναν άλλο ναύαρχο. Ο της ξηράς στρατηγός τού είπε του Καραϊσκάκη ότι μες στον Αγιο Σπυρίδωνα στον Περαία είναι τρακόσιοι αρβανίτες μουσουλμάνοι και θα πας εκεί έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα. Ο Καραϊσκάκης τότε του είπε ότι "αυτό που μου λες το γράφω στ' αρχίδια μου". Ο άλλος τσαντίστηκε επειδή τσαντίστηκε ο Καραϊσκάκης. Σου λέει, στρατηγός είμαι κι εγώ, θα μου πεις πώς να πάω στον Αγιο Σπυρίδωνα στους Αρβανίτες που έχουν κλειστεί εκεί μέσα; Αφού Αρβανίτης ήταν κι ο Καραϊσκάκης. Οπότε ο στρατηγός ο άλλος έβαλε έναν Τούρκο και του 'ριξε μια σφαίρα στο αφτί και πέθανε ο Καραϊσκάκης. Το ξέρεις αυτό;».



- Οχι, δεν το 'ξερα.
«Κι εγώ δεν το 'ξερα και το διάβασα. Γι' αυτό λέμε "στ' αρχίδια μου" - σε παρακαλώ έτσι να το γράψεις. Οτιδήποτε λέμε το 'χει πει κάποιος άλλος. Εμείς δε βγάζουμε τίποτα από μόνοι μας. Εμείς ξέρεις τι κάνουμε σήμερα; Βάζουμε καμιά οξεία στο δέκα. Το δέκα όμως υπήρχε και πριν από μας».
- (γέλια)
«Καλό; (γέλια) Ετσι είναι. Και νομίζουμε ότι κάτι κάνουμε. Το μόνο που έχει γίνει είναι ότι βγήκε οπλισμός καινούργιος. Πήγαμε στον Αρη κτλ. και ψάχνουμε να βρούμε νερό. Εγώ φαντάζομαι, επειδή ο επιμένων νικά - κι αυτό παλιό είναι -, ότι τελικά θα βρουν νερό. Κι όταν βρουν νερό, δε θα πάει ποτέ ο Μπους στο Ιράκ. Θα 'ρθει άλλος Μπους και θα πάει στον Αρη να βρει και νερό και πετρέλαια και τα πάντα. Παρ' όλο που τόσα κράτη, ολόκληρη Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει πει ακόμα το οκέι, εκείνος ετοιμάζεται να μπει στο Ιράκ. Εκείνος που έχει πει το οκέι είναι μόνο ο Αγγλος - έχουνε, βλέπεις, και την ίδια γλώσσα. Για μένα - θα το πω κι ας μην ξέρω τόσα γράμματα - μόνο αν πει ο Γερμανός το "ναι", μόνο τότε θα είναι "πάμε". Αν δεν το πει ο Γερμανός, δε γίνεται τίποτα.».

- Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;

«Γιατί είναι ο τρίτος άνθρωπος στην ανθρωπότητα. Σήμερα είναι η Αμερική με τον Αγγλο, ο Γερμανός με την Ευρώπη ολόκληρη, ο Κινέζος με δυο χέρια της Ρωσίας και οι Ιάπωνες. Πάντως όταν γίνει αυτός ο πόλεμος θα είναι ο πιο επικίνδυνος. Μπορεί να 'ναι και ο τρίτος... και ο τελευταίος... και να μην προλάβουμε να πάμε και στον Αρη. (γέλια) Αλλά και να πηγαίναμε, πόσοι θα πήγαιναν; Λένε ότι κοστίζει πολλά το εισιτήριο για να πας. Κι όταν θα πάνε αυτοί που μπορούν και 'κονομήσουνε πολλά χρήματα, αυτή θα είναι η Κιβωτός του Νώε. Αυτή θα είναι μια αληθινή κιβωτός και θα ρίξουν και τις υπόλοιπες πόρτες, γιατί θα πρέπει να φύγουνε και θα βγει μέσα από την κιβωτό νέα ζωή. Και θα ξαναδημιουργηθούν πάλι θάλασσες εκεί που ήτανε ξηρά και από το Φάληρο ως τη Θεσσαλονίκη θα πηγαίνεις και με το καράβι, όχι συνέχεια με το αεροπλάνο... (γέλια)».

- Λέτε δηλαδή ότι ο Θεός, πιθανόν ένας νέος Θεός, θα φτιάξει ξανά τον κόσμο από την αρχή;

«Ε βέβαια. Μα δεν υπάρχει Θεός. Θεός είναι το είναι όλων μαζί των ανθρώπων. Η μόνη διαφορά είναι ότι έχει ο καθένας τη θρησκεία του. Αλλού πιστεύουν οι Τούρκοι, αλλού οι Γάλλοι. Ο καθένας πιστεύει και σε κάτι. Πάντως το είναι όλων των ανθρώπων μαζί είναι ο Θεός. Το είναι μας είναι ο Θεός. Και το είναι μας δεν είναι τίποτα, είναι μια ουσία που υπάρχει μέσα στον άνθρωπο. Μέσα, μέσα μας υπάρχει μια ουσία. Το είναι είναι το επίθετο και τα ιδανικά είναι το όνομα. Και αυτό το είναι υπάρχει σε όλη την ανθρωπότητα, μόνο που αλλάζει η γλώσσα. Πιστεύω γιατί είναι ένα χαρμόσυνο γεγονός το θέμα Θεός. Διότι από κάπου πιανόμαστε».

- Για ποιον λόγο δεν συνεχίζουν σήμερα οι νέοι άνθρωποι την ιστορία του Βαμβακάρη;

«Βλέπουμε γύρω στα διάφορα κράτη να πολεμούν, ακούμε ένα μπαμ μπουμ, λυπόμαστε γι' αυτά όλα... Οταν δε συναντήσεις όμως έναν πόλεμο - είναι νόμος αυτός -, δε βολεύει τον ρου της ζωής... Μόνο έτσι θα αλλάξουν τα πράγματα, μόνο αν μπουν καινούργιος πόνος και καινούργιοι καημοί... Δε θα μείνετε με τους καημούς τους κλασικούς του αιώνα που πέρασε. Θέλει καινούργιους καημούς ο κόσμος. Μόνο αυτό είναι. Είναι κακό αυτό που σου λέω, αλλά είναι νόμος».

- Εσείς έχετε ακούσει ποτέ Μπαχ, Μπετόβεν, τέτοιου είδους μουσικές;

«Πώς...».

- Καταλαβαίνετε για ποιον λόγο αυτοί οι άνθρωποι θεωρούνται μεγάλοι;

«Εγώ καταλαβαίνω. Αυτοί που μιλούν για Μπαχ και Μπετόβεν δεν καταλαβαίνουν. Διότι εγώ έζησα με "Μπετόβεν" δίπλα μου: με το Θεοδωράκη και με το Χατζιδάκι. Είναι σπουδαίοι αυτοί οι δύο, είναι οι "Μπετόβεν" της ελληνικής μουσικής. Μπορεί να πήραν από το Βαμβακάρη, αλλά όμως είχανε βάσεις».

- Υπάρχουν πολλά είδη μουσικής; Ας πούμε, αυτό που ονομάζουμε κλασική μουσική διαφέρει από τα υπόλοιπα είδη;

«Οχι, είναι ατελείωτη η μουσική».

- Αλλά όμως τελικά είναι μία;

«Είναι μία και είναι ατελείωτη. Είναι ένας σωρός, όπως είναι ένα βουνό και δεν έχει δέντρα, έχει μόνο πέτρα, κομμάτια πέτρας - τι κρητικά, τι τσάμικα, τι ζεϊμπέκικα, τι τσιφτετέλια, τι χασάπικα, τι κλασικά, τι Μότσαρτ, τι τανγκό... Τα πάντα. Χιλιάδες πέτρες. Σκέψου ότι υπάρχουν γύρω στους 130 ρυθμούς! Η γερμανική μουσική... Τι είν' αυτό, ρε παιδί μου; Εχω πάει πολλές φορές στη Γερμανία. Πάρα πολύ μεγάλη μουσική η Γερμανία».

- Για σας ποιος είναι μεγάλος τραγουδιστής; Εντάξει, μεγάλος συνθέτης το καταλαβαίνω, αλλά μεγάλος τραγουδιστής;.. Τι είναι τελικά η φωνή;

«Ο μεγάλος τραγουδιστής είναι πάνω απ' τον συνθέτη».

- Γιατί;

«Γιατί μπορεί ο συνθέτης να σου 'χει δώσει το δέκα και αυτός που θα το πει να το πει για οχτώ. Αμα είναι ωραίο το τραγούδι, το ακούει ο κόσμος. Αμα όμως αξίζει για εφτά και το πει ένας μεγάλος τραγουδιστής, δέκα με οξεία θα σ'το κάνει».

- Εσείς, όντας ένας άνθρωπος λαϊκός που βγάλατε το δημοτικό, πώς νιώσατε την πρώτη φορά που ήρθατε σε επαφή με αυτά τα μεγαθήρια, τους ποιητές μας και τα κείμενά τους; Φαντάζομαι ότι είναι άλλο πράγμα να λέει κάποιος, ας πούμε...

«Θα σ'το πω, κατάλαβα... Μη μιλάς. Κάποια στιγμή ο Θεοδωράκης, ενώ έχουμε πει τον "Καημό", το "Γωνιά γωνιά σε καρτερώ" κτλ., μου λέει: "Θα πούμε τον Επιτάφιο του Γιάννη του Ρίτσου"».

- Εσείς στη Μακρόνησο τον είχατε γνωρίσει τον Ρίτσο;

«Οχι, τον είχα ακουστά. Ο μόνος έλληνας ποιητής που είχα ακούσει ήταν ο Ρίτσος ο Γιάννης, τίποτ' άλλο. Είχα ακούσει και Βάρναλη, αλλά από τους μεταγενέστερους είχα κοντά μου το Γιάννη το Ρίτσο. Εντάξει, με τον Επιτάφιο κάπου είναι δίπλα τα πράγματα. Αλλά όταν μου 'φερε τη Ρωμιοσύνη, που λέει "τραβήξανε ψηλά, πολύ ψηλά, δύσκολο πια να χαμηλώσουν, δύσκολο και να δουν το μπόι τους... " ή "αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό, αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτω απ' τα ξένα βήματα", εμένα μου 'ρθαν αμέσως στο μυαλό οι Γερμανοί και η Κατοχή. Αλλά επειδή δεν μπορούσα να μπω και στο νόημα απολύτως, έπιασα το Μίκη, που ήξερε πιο πολλά γράμματα, για να του κάνω συζήτηση και να μπω καλύτερα στο θέμα. Γιατί άμα δεν μπεις μες στο θέμα τι να πεις απ' αυτά τα τραγούδια; Δε μιλάμε για ένα τραγούδι όπως αυτά που λέμε σήμερα. Αυτά είναι το κάτι άλλο, τέτοιου είδους τραγούδια κινούνται γύρω από το Σύμπαν και - αν μη τι άλλο - θα μείνουν στους αιώνες. Είπα του Μίκη: "Εντάξει... Ασε με να μπω πρώτα στο νόημα και θα τα πούμε". Αλλά, γαμώ τη μάνα του, είχαν περάσει τρεις μήνες και δεν είχα κάνει ούτε "α". Και όλο τράβαγα το κουπί. Κάθε βράδυ που σχόλναγα απ' τη δουλειά ξανά και ξανά. Κάτι οι μνήμες απ' την Κατοχή και τους Γερμανούς, κάτι Μακρονήσια, κάτι τα βάσανα και τα λοιπά, συν το ότι έπαιζα όργανο και ήμουν γεννημένος για τραγουδιστής, ήρθε κάποια στιγμή και κόλλησε. Μου φάνηκε όμως πολύ δύσκολο. Μετά είπα το Αξιον Εστί. Για μένα δεν μπορεί να το πει κανένας αυτό το τραγούδι - όχι επειδή δεν το ξέρουν, το ξέρουν, αλλά ντρέπονται να το αγγίξουν. Είναι επιστήμη».

- Σε τι διαφέρουν αυτά τα τραγούδια απ' τα άλλα τραγούδια που λέγατε;

«Πρώτα απ' όλα στο νόημα, που σε αυτά τα τραγούδια είναι πολύ μεγάλο. Επίσης πολύ μεγάλη η μελωδία. Διαφέρουν και στην απαίτηση που έχουν από τον τραγουδιστή. Μπορεί να το πούνε κάποτε και άλλοι, αλλά δε θα 'ναι αυτό».

- Σήμερα εσείς πώς περνάτε την ώρα σας;

«Παίζοντας λίγο μπουζούκι, πηγαίνοντας στον Κάλαμο, περπατώντας...».

- Φαντάζομαι ότι με τον καιρό η φωνή σας κάποια στιγμή θα πάψει να σας κάνει τη χάρη, δεν θα σας υπακούει δηλαδή όπως πριν. Εχοντας βιώσει μεγαλειώδεις στιγμές χάρη στη φωνή σας, σας στενοχωρεί καθόλου αυτή η ιδέα; Θυμώνετε όταν το σκέφτεστε;

«Οχι, εντάξει. Οπως λες και εσύ, τα 'ζησα όλα αυτά. Επί τη ευκαιρία θα 'θελα να ευχαριστήσω τις κυρίες και τους κυρίους συναδέλφους, όλους αυτούς οι οποίοι με τίμησαν στο Ειρήνης και Φιλίας. Επίσης για το ότι έδωσαν τη φωνή τους για να γραφτεί το CD που θα κυκλοφορήσει σε λίγο. Τους έχω ευχαριστήσει ξανά, αλλά θέλω μέσα απ' αυτά τα λόγια που λέμε τώρα οι δυο μας, Θανάση Λάλα, να τους ευχαριστήσω άλλη μία φορά».

- Τον σκέφτεστε ποτέ τον θάνατο και πώς νιώθετε; Φοβάστε;

«Οχι, είναι νόμος. Σήμερα που μιλάμε πιστεύω ότι η ζωή μας είναι σα μαραμένο φύλλο από δέντρο, που το παίρνει ο αέρας και το πάει τσάρκες. Αυτή είναι η τσάρκα της ζωής. Τόσο λίγο κρατάει στο διάστημα των αιώνων και των εκατομμυρίων χρόνων».

- Τότε για ποιον λόγο αξίζει να ζει κάποιος, αφού αυτή η τσάρκα, όπως λέτε, διαρκεί τόσο λίγο;

«Είναι ωραία να βγαίνεις στην πιάτσα και να ψάχνεις. Μήπως μπορούμε να κάνουμε και τίποτ' άλλο; Βγήκαμε να ψάξουμε και θα ψάξουμε. Αυτό είναι η ζωή μας. Είναι ωραία, έχει ήλιους, έχει ποτάμια, έχει θάλασσες. Ενα πράγμα μού κάνει εμένα πολύ μεγάλη εντύπωση και αυτό δεν το λέω τώρα, που δεν κάνει να καπνίσω και να πιω. Ούτε πότης ήμουν ποτέ ούτε στα χασίσια ούτε στο ουίσκι ούτε στο τσιγάρο. Δε θυμάμαι να έχω καπνίσει ποτέ παραπάνω από δέκα τσιγάρα την ημέρα. Ψέματα, έχω καπνίσει και 20 παίζοντας καμιά φορά χαρτιά. Δεν άφησα λοιπόν να με πάρει τίποτα προς τα πίσω. Και αυτόν που βλέπω να επιμένει να πίνει και να καπνίζει πολύ και να κάνει μαλακίες δεν τον πάω, αδερφέ μου. Εγώ τα 'χα με τη Ζωή Φυτούση και κάποτε που είχαμε παρεξηγηθεί δεν έβγαινα απ' το σπίτι καθόλου γιατί, αν έβγαινα, θα πήγαινα και εκεί κάτω στη γειτονιά της. Λέω λοιπόν της μάνας μου: "Θα με δέσεις στο κρεβάτι με σχοινί κι εσύ θα βγεις στην πόρτα και θα καθήσεις στο πεζούλι". Αφού ήμουν καναδυό ώρες δεμένος, μπαίνει μέσα η μάνα μου και μου λέει: "Πέρασε η Ζωή απ' έξω". Της λέω: "Λύσε με". Το κατάλαβες; Είχα δύναμη. Γενικά νιώθω γεμάτος από τη ζωή μου και ευχαριστημένος».

- Εσείς τώρα γράφετε τραγούδια;

«Ε, γράφω και εγώ, αλλά σήμερα εν πάση περιπτώσει θέλει ένα καινούργιο είδος, απ' αυτά τα σημερινά. Για μένα είναι δύσκολο να το κάνω».

- Υπάρχει ένα τραγούδι απ' τα καινούργια που να σας έχει αρέσει;

«Μου είχε αρέσει ένα τραγούδι που είχε πει ο Κότσιρας κάποτε, "Στο τσιγάρο που κρατώ". Αυτό έχει μια μελωδία και ένα νόημα μεγάλο. Το 'χει ντύσει με ωραία μελωδία μια κυρία που είναι μουσικός, έχει ζωγραφίσει τον στίχο και είναι μία η άλλη. Μεγάλο το τραγούδι αυτό. Αυτό άλλωστε ανέβασε και τον Κότσιρα. Από 'κεί και πέρα δεν έχει κανένα μεγάλο τραγούδι ούτε το μισό δεν έχει ακόμα βρεθεί - φαντάσου πόσο ωραίο ήταν...».

- Σας ευχαριστώ πολύ.

«Κι εγώ σ' ευχαριστώ».

Την προσεχή εβδομάδα θα κυκλοφορήσει το CD από τη συναυλία που δόθηκε προς τιμήν του Γρηγόρη Μπιθικώτση στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας.

ΚΡΗΤΗ ΜΟΥ ΟΜΟΡΦΟ ΝΗΣΙ

Χ. ΓΑΡΓΑΝΟΥΡΑΚΗΣ: ΑΣΤΡΑ ΜΗ ΜΕ ΜΑΛΩΝΕΤΕ

Χ. ΓΑΡΓΑΝΟΥΡΑΚΗΣ: ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΧΑΡΑ ΣΟΥ ΒΕΝΕΤΙΑ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΤΗ ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΤΗΝ ΑΓΑΠΩ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΦΙΛΕΝΤΕΜ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ : ΑΓΡΙΜΙΑ ΚΙ ΑΓΡΙΜΑΚΙΑ ΜΟΥ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΖΑΒΑΡΑΚΑΤΡΑΝΕΜΙΑ

ΠΟΤΕ ΘΑ ΚΑΜΕΙ ΞΑΣΤΕΡΙΑ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: Η ΞΕΝΗΤΕΙΑ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΧΙΛΙΑ ΜΥΡΙΑ ΚΥΜΑΤΑ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΗΤΑΝΕ ΜΙΑ ΦΟΡΑ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΚΥΡ ΜΕΝΙΟΥ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΠΑΛΛΗΚΑΡΙ ΣΤΑ ΣΦΑΚΙΑ

Ν. ΞΥΛΟΥΡΗΣ: ΜΠΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΟΙ ΟΧΤΡΟΙ

ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ: ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ

ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ

ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ ΑΡΚΑΔΙ

ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ





ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: ΤΟ ΦΑΙ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ

ΒΕΓΓΟΣ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΑΤΜΟΣ

ΒΕΓΓΟΣ Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ

ΒΕΓΓΟΣ ΞΕΡΕΙΣ ΑΠΟ ΒΕΣΠΑ;

ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟΣ ΤΗΣ ΚΑΚΟΜΟΙΡΑΣ





ΖΗΚΟΣ ΑΤΑΚΕΣ

ΠΟΡΤΟΚΑΛΑΔΑ ΑΠΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ;

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

ΚΟΜΒΟΙ, ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΤΙΝΑ

ΣΥΓΝΩΜΗ ΛΑΘΟΣ

Έγραφα πριν λίγο καιρό για τη σκουπιδιάρα που αδειάζει και κάδους ανακύκλωσης στον παραλιακό δρόμο. Σήμερα το πρωί που διαπίστωσα το ίδιο γεγονός πλησίασα τους ανθρώπους τις καθαριότητας, με κακές διαθέσεις είναι αλήθεια, προκειμένου να μάθω γιατί το κάνουν. Έμαθα από τους ίδιους λοιπόν, ότι οι συγκεκριμένοι μπλε κάδοι, δεν είναι κάδοι ανακύκλωσης μα συνηθισμένοι κάδοι καθαριότητας, που έχουν τοποθετηθεί στην παλιά πόλη και μεταφέρονται στον παραλιακό δρόμο προκειμένου να τους αδειάσουν.

Οφείλω και πρέπει να ζητήσω συγνώμη από τους ανθρώπους της καθαριότητας για το λάθος μου.

Οφείλω και πρέπει όμως να παρατηρήσω ότι οι συγκεκριμένοι κάδοι παραπλανούν και τους πολίτες οι οποίοι, αν δεν γνωρίζουν για τι πρόκειται, είναι αυτονόητο ότι αδειάζουν εκεί και την ανακύκλωσή τους. Αν ο δήμος δεν έχει άλλους κάδους θεωρώ ότι πρέπει να σηματοδοτήσει, τους συγκεκριμένους και όποιους άλλους υπάρχουν στο δήμο, με κάποιο τρόπο προκειμένου να αποφεύγονται οι παρεξηγήσεις.
Και κάτι ακόμη. Ήταν τόσο δύσκολο σε κάποιον αρμόδιο να με πάρει ένα τηλέφωνο, φίλοι και γνωστοί είναι οι περισσότεροι, για να με διορθώσει; Μήπως θεώρησαν ότι έτσι εκτίθεμαι και τους … άρεσε; Για ποιο λόγο;
Αν και γράφω κάπως σκληρά, οι παρατηρήσεις και τα σχόλιά μου δεν είναι για καταδίκη μα για διόρθωση κάποιων λαθών. Αυτός είναι άλλωστε ο ρόλος του τύπου και των αρθρογράφων. Όποιες άλλες επιδιώξεις μακριά από εμένα. Άλλωστε έχω αποδείξει, τόσα χρόνια που αρθρογραφώ, ότι η κριτική μου απευθύνεται σε όλους, φίλους ή εχθρούς και έχει τον ίδιο, σκληρό αν θέλετε, τρόπο. Δεν καταλαβαίνω γιατί κάποιοι, πριν λίγα μόλις χρόνια, μου έλεγαν μπράβο για την κριτική μου και σήμερα δεν μου μιλούν, γιατί ασκώ σε αυτούς κριτική…

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ

Αφού αναφέρθηκα στην ανακύκλωση: Καλά θα κάνουν οι αρμόδιοι να καταλάβουν, ότι δεν πρόκειται απλά για μια υποχρέωση που πρέπει να διεκπεραιώσουν, φοβούμενοι νομική εμπλοκή και πρόστιμα από την Ε .Ε κυρίως. Είναι μια πράξη ζωής, μια πράξη προστασίας του περιβάλλοντος, μια αυτονόητη διαδικασία, που δεν αφορά μόνο στους ευαίσθητους πολίτες μα σε όλη την κοινωνία. Είναι υποχρέωσή μας να αφήσουμε στα παιδιά μας, ένα όσο το δυνατόν πιο καθαρό περιβάλλον, σε ένα μέλλον που διαγράφεται αβέβαιο και καταστροφικό για τον πλανήτη και τους κατοίκους του.
Η Ανακύκλωση κλείνει ένα χρόνο στον τόπο μας. Έχω ακούσει τον δήμαρχο να δηλώνει ευχαριστημένος από την πορεία της. Η αλήθεια είναι ότι οι πολίτες την έχουν αγκαλιάσει και κάνουν το καθήκον τους. Είναι όμως παράλειψη για να μην πω αδιαφορία των αρμοδίων που ένα χρόνο τώρα δεν έχουν στείλει ούτε ένα ενημερωτικό σημείωμα, για το θέμα, που δεν έχουν προπαγανδίσει την αναγκαιότητά της και δεν έχουν κάνει προσπάθεια για την επέκτασή της .

Θεωρώ ότι η ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ δεν είναι το πρώτο ζητούμενο στην προστασία του περιβάλλοντος. Πρώτα ζητούμενα είναι η ΠΡΟΛΗΨΗ, η ΜΕΙΩΣΗ των απορριμμάτων και η ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ τους.

Προς αυτές τις κατευθύνσεις ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΝΕΙ ΤΙΠΟΤΑ οι υπεύθυνοι για το περιβάλλον και την καθαριότητα στον τόπο και η εταιρεία με την οποία συνεργάζονται (Ε.Ε.Α.Α. Α.Ε), αν και είναι υποχρέωσή τους!
Ένα απλό παράδειγμα θα αναφέρω λόγω εποχής. Γιατί θα πρέπει ένας αγρότης που φτιάχνει ένα σπορείο για τα λαχανικά του, να αγοράζει (άρα να πετά αργότερα) πλαστικά κεσεδάκια; Τόσα κεσεδάκια γιαούρτι π.χ. έχει καταναλώσει. Ας τα χρησιμοποιήσει για το σπορείο του. Μια τρυπούλα θέλουν όλη και όλη και είναι έτοιμα.
Όταν ψωνίζουμε, στον μανάβη ή αλλού, γιατί θα πρέπει να χρησιμοποιούμε πλαστικές σακούλες για κάθε ψώνιο μας; Χάθηκαν οι χαρτοσακούλες; Ας βάζουμε τα διάφορα είδη σε χάρτινες σακούλες και, όλα μαζί μετά, σε μια πλαστική σακούλα.
Θα σας έλεγα ότι και στο σούπερ μάρκετ καλό είναι να πηγαίνουμε με μια μεγάλη πάνινη σακούλα από το σπίτι μας και να βάζουμε εκεί τα ψώνια μα δεν θέλω να το παρακάνω… Ας προτιμούμε όμως καταστήματα τροφίμων που διαθέτουν βιοδιασπώμενες σακούλες ή ας πιέσουμε προς αυτή την κατεύθυνση.
Δεκάδες είναι τα παραδείγματα που μπορώ να σας αραδιάσω στο λεπτό, επιφυλάσσομαι όμως για μια άλλη φορά, αν και έχω, εδώ και χρόνια, εξαντλήσει το θέμα θαρρώ.

ΚΟΜΒΟΙ

Όποιος περάσει από τον κόμβο του DIA και το περίφημο «τρίγωνο» του, ξέρει ότι ο δρόμος είναι διπλής κατεύθυνσης και δεν χρειάζεται να περνά πέριξ του τριγώνου; Αμφιβάλω γιατί, όλοι σχεδόν οι οδηγοί, κάνουν περιμετρική πορεία, περνώντας μπροστά από το βενζινάδικο, κάτι που εν τέλει μπορεί να είναι και επικίνδυνο. Γιατί τόσο καιρό οι αρμόδιοι δεν έχουν μια στοιχειώδη σηματοδότησα για το θέμα; Ο οδηγός που ερχόμενος από το Νυδρί ή την Καρυά θέλει να στρίψει προς την Αναπαύσεως πόσο κίνδυνο διατρέχει άραγε;
Φοβούμαι ότι με το συγκεκριμένο θέμα έχουν ατυχήσει οι αρμόδιοι, για να μην πω ότι τα έχουν κάνει «κουλουβάχατα». Το σχέδιο πόλης προβλέπει το συγκεκριμένο τρίγωνο. Προβλέπει όμως και τη διάνοιξη κάποιων κάθετων δρόμων. Προβλέπει και την «οπισθοχώρηση», κατά κάμποσα μέτρα, του βενζινάδικου. Γιατί βιάστηκαν να φτιάξουν το τρίγωνο; Χάλασε ο κόσμος αν άφηναν αυτόν τον, ο Θεός να τον κάμει, κυκλικό κόμβο που υπήρχε και να εφάρμοζαν το σχέδιο, σε ότι αφορά στο τρίγωνο, όταν πια θα ήταν έτοιμοι οι περισσότεροι προς διάνοιξη νέοι δρόμοι;
Οι κολώνες, καταμεσής του δρόμου, πότε θα μεταφερθούν; Γιατί οι άλλες κολώνες (από πινακίδες κ.λ.π.) μπαίνουν στην άκρη του πεζοδρομίου προς το δρόμο, κόβοντας το πεζοδρόμιο στη μέση και όχι στο πίσω του μέρος; Είναι «κατάρα» το συγκεκριμένο θέμα και παρακαλώ τους αρμοδίους να το εξετάσουν.
Και κάτι άλλο. Θεωρώ αδιανόητο να πέφτει το ανάθεμα για τα κακά μας τα χάλια σε έναν ιδιώτη ο οποίος, με έγγραφο όχι με προσφυγή, ζήτησε το αυτονόητο. Ν α εφαρμοστεί το σχέδιο πόλης στην συγκεκριμένη περιοχή.

Είναι εύκολο και βολικό, για την όποια ανικανότητα των αρμοδίων, να βρίσκεται ένας αποδιοπομπαίος τράγος, στον οποίο να φορτώνουν τις αβλεψίες ή την ανικανότητα προγραμματισμού. Το δύσκολο είναι να μάθουν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους και, το δυσκολότερο, να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους. Να προσθέσω επίσης ότι οι όποιοι τσαμπουκάδες των αρμοδίων, ότι τάχα εμείς θα κάνουμε ότι θέλουμε αγνοώντας σχέδια και πολίτες, πρέπει να σταματήσουν, γιατί καλά το ξέρουμε όλοι ότι είναι για το θεαθήναι. Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση λέει ο λαός μας μα το παραπάνω δεν έχει εφαρμογή παντού και όπου μας βολεύει έτσι;
Γιατί αλήθεια δεν κάνουν παρέμβαση στον άλλο πολύπαθο κόμβο, αυτόν της μαρίνας τη στιγμή που έχουν έτοιμη μελέτη, προσφορά του Ζώη Μικρώνη ο οποίος, με τη βοήθεια συγκοινωνιολόγου φίλου του, την έχει εκπονήσει; Χαλάει τη σούπα η συγκεκριμένη πρωτοβουλία και ποιών;
Η τουριστική περίοδος και το καλοκαίρι, βρίσκονται προ των πυλών. Αναρωτιέμαι αν πρέπει να γίνει ατύχημα (θανατηφόρο ή μη) στα συγκεκριμένα μέρη (και όπου αλλού) προκειμένου να σπεύσουν οι σωτήρες του τόπου …

ΕΛΒΕΤΙΚΟ ΤΥΡΙ

Ελβετικό τυρί κατάντησαν οι δρόμοι μας. Οι συνεχείς φετινές βροχές και η έλλειψη αποτελεσματικών παρεμβάσεων, θέτουν σε διαρκή κίνδυνο πεζούς και ιδίως εποχούμενους, οι οποίοι κινδυνεύουν, ανά πάσα στιγμή, να καταστρέψουν τα αυτοκίνητα τους. Δίπλα στο parking της ανατολικής παραλίας ,στο δρόμο για τα σχολεία, οι τρύπες είναι τόσο μεγάλες που κάποιος θα την πατήσει στο τέλος. Στα Βαρδάνια κυρίως μα και σε άλλες περιοχές, οι άνθρωποι, σε κάθε βροχή, θέλουν βατραχοπέδιλα για να πάνε σπίτια τους. Επιτέλους θαρρώ πως είναι χρέος της πολιτείας, με την όποια έκφρασή της, να προστατεύει τους πολίτες και την περιουσία τους. Είναι χρέος και των πολιτών βεβαίως, να προσφεύγουν εναντίον της πολιτείας, με την όποια έκφρασή της, όταν δεν ανταποδίδει τις εισφορές τους και δεν εκπληρώνει στοιχειώδεις και υποχρεωτικές προς αυτούς υποχρεώσεις.

ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ

Μια και αναφέρθηκα στα Βαρδάνια να σας μεταφέρω ένα παράπονο των κατοίκων εκεί. Οι δρόμοι δεν είναι ονοματισμένοι με αποτέλεσμα να υπάρχει πρόβλημα με την αλληλογραφία και όχι μόνο. Είναι δύσκολο να έχουμε μια ονομασία στους δρόμους; Δεν φαντάζομαι!
10/3/2009

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

ΡΙΞΕ ΜΙΑ ΖΑΡΙΑ ΚΑΛΗ



Στίχοι: Κώστας Βίρβος
Μουσική: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Ρίξε μια ζαριά καλή και για μένα βρε ζωή
Φέρε και καμιά εξάρες, φτάνουν πια ντόρτια και δυάρες
Φτάνουν πια τόσοι καημοί
Φέρε και καμιά εξάρες, φτάνουν πια ντόρτια και δυάρες
Φτάνουν πια τόσοι καημοί

Ρίξε μια ζαριά καλή και για μένα βρε ζωή
Και για μένα βρε ζωή ρίξε μια ζαριά καλή

Φίλος και λαβωματιά κι ειν' η αγάπη μου φωτιά
Πού να πω τα βάσανά μου, πού να πω τα μυστικά μου
που μου καίνε την καρδιά

Ρίξε μια ζαριά καλή και για μένα βρε ζωή
Και για μένα βρε ζωή ρίξε μια ζαριά καλή

Δεν είμαι παιδί κακό, γιατί θέλεις να πονώ
Έφτασε η ψυχή στο στόμα, μ' ένα ασσόδυο ακόμα
απ' τον κόσμο θα χαθώ

Ρίξε μια ζαριά καλή και για μένα βρε ζωή
Και για μένα βρε ζωή ρίξε μια ζαριά καλή

ΕΝΑ ΑΜΑΞΙ ΜΕ ΔΥΟ ΑΛΟΓΑ




Στίχοι: Κώστας Βίρβος
Μουσική: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα
να μου φέρετε τα μάτια μου σαν κλείσω
τον ντουνιά με τα στραβά και τα παράλογα
καβαλάρης μια φορά να σεργιανίσω

Το ένα τ' άλογο να είναι άσπρο
όπως τα όνειρα που έκανα παιδί
το άλλο τ' άλογο να είναι μαύρο
σαν την πικρή μου την κατάμαυρη ζωή

Να χτυπώ το καμουτσίκι μου το άπονο
σαν της μοίρας μου τ' αβάσταχτα χαστούκια
και ν' ακούγεται τη νύχτα σαν παράπονο
σαν πενιά λυπητερή από μπουζούκια

Το ένα τ' άλογο να είναι άσπρο
όπως τα όνειρα που έκανα παιδί
το άλλο τ' άλογο να είναι μαύρο
σαν την πικρή μου την κατάμαυρη ζωή

Μ ΕΝΑ ΠΑΡΑΠΟΝΟ



Συνθέτης:Δήμος Μούτσης
Στιχουργός: Νίκος Γκάτσος
Ερμηνευτής: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Ήθελα κάτι να σου 'πώ
και στο τραπέζι σου θα 'ρθώ
μ' ένα παράπονο
μ' ένα παράπονο πικρό
να σε καλησπερίσω Δίς

Έχεις αφήσει μια ψυχή
στην παγωνιά και στη βροχή
μ' ένα παράπονο
μ' ένα παράπονο πικρό
θα στο ξαναθυμίσω Δίς

Άν είσαι άντρας με καρδιά
φέρ' την μαζί σου μια βραδυά
μ' ένα χαμόγελο
μ' ένα χαμόγελο ζεστό
θα σε καλωσορίσω

ΡΟΛΟΙ ΚΟΜΠΟΛΟΙ




Στίχοι: Άκης Πάνου
Μουσική: Άκης Πάνου
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Ένα ρολόι μου 'χες χαρίσει
που το κοιτούσα όταν αργούσες
που το κοιτούσα όταν αργούσες
και το ρωτούσα αν μ'αγαπούσες

Θα το δώσω το ρολόι
και θα πάρω κομπολόι
να μετράω τους καημούς
και τους αναστεναγμούς

Τώρα δεν είσαι στην αγκαλιά μου
και την καρδιά μου η ζήλια τρώει
τι να το κάνω τέτοιο ρολόι
κάθε του χτύπος και μοιρολόι

ΠΛΗΓΩΜΕΝΟ ΠΟΥΛΙ




Στίχοι: Άκης Πάνου
Μουσική: Άκης Πάνου
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης & Βούλα Γκίκα ( Ντουέτο )

Βρήκα πουλί πληγωμένο βαριά
δίχως θάρρος κι ελπίδα,
με σπασμένα φτερά μες την καταιγίδα.

Ήταν πεταμένο-και το μάζεψα,
ήταν φοβισμένο-και το χάϊδεψα,
περιφρονημένο-και του μίλησα,
ήταν λερωμένο-μα το φίλησα.

Βρήκα πουλί πληγωμένο βαριά
δίχως θάρρος κι ελπίδα,
με σπασμένα φτερά μες στην καταιγίδα.

Ήταν πεινασμένο-και το τάϊσα,
ήταν διψασμένο-και το δρόσισα,
ήταν πληγωμένο-και το γιάτρεψα,
ήταν πεθαμένο-και τ`ανάστησα.

Βρήκα πουλι πληγωμένο βαριά
δίχως θάρρος κι ελπίδα
με σπασμένα φτερά μες στην καταιγίδα.

ΕΙΜΑΙ ΑΗΤΟΣ ΧΩΡΙΣ ΦΤΕΡΑ




Στίχοι: Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Πρώτη εκτέλεση: Λάκης Παππάς
Άλλες ερμηνείες: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Σαν τον αετό είχα φτερά
και πέταγα πολύ ψηλά
μα ένα χέρι λατρεμένο
ένα χέρι λατρευτό
μου τα κόβει τα φτερά μου
για να μη ψηλά πετώ

Είμ' αετός χωρίς φτερά
χωρίς αγάπη και χαρά
χωρίς αγάπη και χαρά
είμ' αετός χωρίς φτερά

Το χέρι αυτό το λατρευτό
μες στη ζωή θα τ' αγαπώ
ότι και να μου 'χει κάνει
όλα του τα συγχωρώ
με φτερούγες τσακισμένες
πάντα εγώ θα τ' αγαπώ

ΥΠΟΜΟΝΗ



Στίχοι: Αλέκος Σακελλάριος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Άλλες ερμηνείες: Αλίκη Βουγιουκλάκη & Δημήτρης Παπαμιχαήλ ( Ντουέτο )

Γειτονιά, ο δρόμος σου στενός
παγωνιά και γκρίζος ουρανός
μαύρη ζωή, βράδυ πρωί
για συντροφιά μια συννεφιά
υπομονή, υπομονή, υπομονή

Κάντε υπομονή
κι ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός
Κάντε υπομονή
μια λεμονιά ανθίζει στη γειτονιά

Υπομονή, υπομονή, υπομονή

Κάντε υπομονή
κι ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός
Κάντε υπομονή
μια λεμονιά ανθίζει στη γειτονιά

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009

ΠΑΛΙΩΣΕ ΤΟ ΣΑΚΚΑΚΙ ΜΟΥ



Στίχοι: Βασίλης Τσιτσάνης(Βλάχος)
Μουσική: Βασίλης Τσιτσάνης
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Πρώτη εκτέλεση: Στέλλα Χασκίλ, Σαλονικιά & Βασίλης Τσιτσάνης

Πάλιωσε το σακάκι μου
θα σβήσω απ' το μεράκι μου
και καημό έχω μεγάλο
δεν μπορώ να πάρω άλλο

Τόσα κοστούμια χάρισα
μα τώρα που ρεστάρισα
φίλος δε με πλησιάζει
τα παλιόρουχα κοιτάζει

Ντυμένο σε προσέχουνε
κι από κοντά σου τρέχουνε
σαν παλιώσουν πέρα ως πέρα
δε σου λένε καλημέρα

ΟΙ ΒΕΡΓΟΥΛΕΣ




Στίχοι: Μάρκος Βαμβακάρης, Φράγκος
Μουσική: Μάρκος Βαμβακάρης, Φράγκος
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Πρώτη εκτέλεση: Μάρκος Βαμβακάρης,(Φράγκος)&Απόστολος Χατζηχρήστος(Σμυρνιωτάκι)
Πρώτη φωνογράφηση 1938

Τα δυο σου χέρια πήρανε
βεργούλες και με δείρανε

Με κάψαν τα φρυδάκια σου
και τα γλυκά ματάκια σου

Έλα μαζί μικρούλα μου
να γειάνεις την καρδούλα μου

Παλάτια θα σου χτίσω εγώ
να σ' έχω μέσα Μαριγώ

(Στη δεύτερη εκτέλεση οι στίχοι είναι:

Τα δυο σου χέρια πήρανε
βεργούλες και με δείρανε
και τη χαρά μου πήρανε

Τα χέρια σου με κάψανε
που άλλον αγκαλιάσανε
και δε με λογαριάσανε

ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΣΤΑ ΨΗΛΑ



Στίχοι: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Μουσική: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Οι δυο μας ξεκινήσαμε
οι δρόμοι μας χωρίσανε
Κι εσύ ’σαι στα ψηλά
κι εγώ στα χαμηλά

Σ’ είχα στο πλάι μου κυρά
και μ’ έριξες σ’ ένα παρά
Κι εσύ ’σαι στα ψηλά
κι εγώ στα χαμηλά

Ό,τι είχα σου το χάρισα
γιατί πολύ σ’ αγάπησα
Κι εσύ ’σαι στα ψηλά
κι εγώ στα χαμηλά



Τους στίχους αυτούς τους έγραψε ο Γρηγόρης ένα ξημέρωμα (μετά τη δυλειά του σε κέντρο στην Πλάκα) στο πεζοδρόμιο της οδού Μητροπόλεως.

ΤΟΥ ΒΟΤΑΝΙΚΟΥ Ο ΜΑΓΚΑΣ




Στίχοι: Λάκης Τσώλης
Μουσική: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Άλλες ερμηνείες: Γιώργος Νταλάρας

Του Βοτανικού ο μάγκας πέθανε την Κυριακή
και τον κλάψαν οι κοπέλες κι όλοι οι φίλοι οι καρδιακοί.

Του Βοτανικού το μάγκα, το καλύτερο παιδί,
στα μπουζούκια, στις ταβέρνες πια κανείς δε θα τον δει.

Πάντα όμορφα γλεντούσε και δεν έκανε κακό
και τον αγαπούσαν όλοι μέσα στο Βοτανικό.

Του Βοτανικού το μάγκα, το καλύτερο παιδί,
στα μπουζούκια, στις ταβέρνες πια κανείς δε θα τον δει.

Του Βοτανικού ο μάγκας είχε ωραίο παρελθόν
απ’ τα γλέντια και απ’ τους μάγκες θα ’ναι τώρα πια απών.

Του Βοτανικού το μάγκα, το καλύτερο παιδί,
στα μπουζούκια στις ταβέρνες πια κανείς δε θα τον δει.

ΣΕ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΣΤΕΝΟ



Στίχοι: Δημήτρης Γκούτης
Μουσική: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Σε τούτο το στενό,
σε τούτο το δρομάκι
ξεψύχησ’ ένας έρωτας
και χάθηκε μι’ αγάπη.

Καταραμένο σούρουπο
καταραμένο δείλι,
αλλού τον ένανε
κι αλλού τον άλλονε
μας έχεις στείλει.

Με λόγια θλιβερά,
με λόγια πικραμένα
κι εσύ με πλήγωσες πολύ,
αλλά κι εγώ εσένα.

Σε τούτο το στενό,
σε τούτο το δρομάκι
στερνή φορά με φίλησες
και χόρτασα φαρμάκι.

ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΣΥΝΝΕΦΙΑΣΕ



Στίχοι: Γιώργος Μητσάκης
Μουσική: Γιώργος Μητσάκης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης & Νίκος Γιουλάκης ( Ντουέτο )

Στον Πειραιά συννέφιασε
και στην Αθήνα βρέχει
άλλος αγάπη έχασε
κι άλλος αγάπη έχει

Ανάβω το τσιγάρο μου
και η βροχή το σβήνει
χτυπώ την πόρτα π' αγαπώ
μα εκείνη δεν ανοίγει ω!
μα εκείνη δεν ανοίγει

Βλέπω τις κούρσες να περνούν
απ' τον μεγάλο δρόμο
κι εσύ το ξέρω πως γελάς
με τον δικό μου πόνο

Σε μια κολώνα στέκομαι
και πήρε να νυχτώνει
δεν λογαριάζω την βροχή
όσο κι αν δυναμώνει ω!
όσο κι αν δυναμώνει

ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙΣ




Στίχοι: Μιχάλης Κατσαρός
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Αυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναΐδείς
θα τους γνωρίσεις πάλι
άλλον θα λένε Κωνσταντή κι άλλον Μιχάλη

Αυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναΐδείς
θα τους γνωρίσεις πάλι
σ'αυτόν τον κόσμο θα γυρνούν
με περηφάνια πιο μεγάλη

Αυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναΐδείς
θα τους μισήσεις πάλι
έναν μονάχα δε θα βρεις
τον πιο μικρό, τον πιο πικρό, τον πιο αγαπημένο
τον μοναχό, τον δυνατό και τον αντρειωμένο

Αυτόν δε θα τον ξανεΐδείς να τονε βασανίσεις
και την μεγάλη του καρδιά να τηνε σκίσεις
αυτόν δε θα τον ξαναβρείς τι τον φυλάνε τ'άστρα
τι τον φυλάει ο ήλιος του, τονε φυλάει το φεγγάρι

Αυτόν που 'χει τη χάρη τον πιο μικρό
τον πιο πικρό και τον αγαπημένο
αυτόν μονάχα εγώ, μονάχα εγώ, εγώ προσμένω

ΟΙ ΜΟΙΡΑΙΟΙ




Στίχοι: Κώστας Βάρναλης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης


Mες την υπόγεια την ταβέρνα,
μες σε καπνούς και σε βρισές
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα)
όλ' η παρέα πίναμ' εψές·
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια.

Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλο
και κάπου εφτυούσε καταγής.
Ω! πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής!
Όσο κι ο νους να τυραννιέται,
άσπρην ημέρα δε θυμιέται.


Ήλιε και θάλασσα γαλάζα
και βάθος τ' άσωτ' ουρανού!
Ω! της αβγής κροκάτη γάζα,
γαρούφαλα του δειλινού,
λάμπετε, σβήνετε μακριά μας,
χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!


Tου ενού ο πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος, ίδιο στοιχειό·
τ' άλλου κοντόημερ' η γυναίκα
στο σπίτι λυώνει από χτικιό·
στο Παλαμήδι ο γιος του Mάζη
κ' η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.

― Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
― Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
― Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
― Φταίει πρώτ' απ' όλα το κρασί!
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Kανένα στόμα
δεν τό βρε και δεν τό πε ακόμα.

Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.
Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα
όπου μας έβρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΞΕΝΗΤΕΙΑΣ




Στίχοι: Θαλασσινός Ερρίκος
Μουσική: Θεοδωράκης Μίκης
Ερμηνευτές: Μπιθικώτσης Γρηγόρης

Φεγγάρι μάγια μου κανες
και περπατώ στα ξένα
είναι το σπίτι ορφανό
αβάσταχτο το δειλινό
και τα βουνά κλαμμένα

Στείλε ουρανέ μου ένα πουλί
να πάει στην μάνα υπομονή.

Στείλε ουρανέ μου ένα πουλί
ένα ένα χελιδονάκι
να πάει να χτίσει την φωλία
στου κήπου την κορομηλία
δίπλα στο μπαλκονάκι

Στείλε ουρανέ μου ένα πουλί
να πάει στην μάνα υπομονή

Να πάει στην μάνα υπομονή
δεμμένη στο μαντήλι
προικιά στην αδερφούλα μου
και στην γειτονοπούλα μου
γλυκό φιλί στα χείλη.

Στείλε ουρανέ μου ένα πουλί
να πάει στην μάνα υπομονή.