Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Σινάπι (Sinapis)


Το σινάπι (επιστημονική ονομασία Sinapis) είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο, μονοετές, ποώδες φυτό που ανήκει στη τάξη των Καππαρωδών και στην οικογένεια των Σταυρανθών/Κραμβοειδών (Cruciferae/Brassicaceae) με 10 είδη της Ασίας της Ευρώπης και της βορείου Αμερικής. Στην περιοχή της Μεσογείου συναντούμε οκτώ είδη από τα οποία πέντε στην ελληνική χλωρίδα.
Τα περισσότερα είδη είναι ζιζάνια των αγρών.
Τα σημαντικότερα είδη είναι τα S. arvensis, S. alba, S. nigra ή μαύρη μουστάρδα και Brassica juncea ή καφέ μουστάρδα.
Η S. arvensis είναι φυτό που φτάνει τα 60 εκατοστά ύψος και έχει σκληρά αγκάθια. Οι καρποί του είναι μακριοί και έχουν 10 –12 σπόρια. Στην Ελλάδα είναι αυτοφυές γνωστό με τα ονόματα βρούβα, λαψάνα ή αγριοσινάπι.
Το Sinapis alba ή Brassica alba (Σινάπι το λευκόν) το οποίο συναντούμε με τις ονομασίες πικρίδι, λευκό σινάπι, σινάπι, αγριοσινάπια, σινιάβρη, γλυκοβρούβες ή λαψάνα.
Τα είδη S. alba, S. nigra και S. juncea καλλιεργούνται στον Καναδά, στις Η.Π.Α την Ουγγαρία, την Γαλλία και την Βρετανία για τα καυτερά τους σπόρια από τα οποία παρασκευάζεται το γνωστό καρύκευμα μουστάρδα.
Το Νάπυ ή Σίνηπι του Διοσκουρίδη, το Νάπυ του Θεόφραστου το οποίο χρησιμοποιείται για φαγητό ως άγριο και ονομάζεται και αυτό λαψάνα και το Sinapis nigra ή Brassica nigra (Σινάπι το μέλαν).
Όλα τα φυτά είναι ετήσια, καλλιεργημένα ή αυτοφυή. Οι σπόροι τους αποσταζόμενοι δίνουν λάδι, ενώ οι αλευροποιημένοι σπόροι από το λευκό και το μέλαν σινάπι είναι η βάση για την μουστάρδα.
Η δριμύτητα της μουστάρδας αναπτύσσεται όταν κρύο νερό έρχεται σε επαφή με τον σπόρο. Τότε ένα ένζυμο (μιροσίνη) έρχεται σε επαφή με ένα γλυκοσίδιο (σινιγρίνη) και παράγει μία ένωση θείου. Αν στον σπόρο βάλουμε καυτό νερό, ξύδι ή αλάτι παράγεται ηπιότερη μουστάρδα.





Ιστορικά στοιχεία:
Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν το φυτό από το οποίο παρασκεύαζαν τη μουστάρδα που χρησιμοποιούσαν σε ευρεία κλίμακα ήδη από το 400 π.Χ.
Οι Ρωμαίοι λάτρευαν κυριολεκτικά τη μουστάρδα. Την έτρωγαν με λουκάνικα, παραγέμιζαν τους μαστούς του αγριόχοιρου και τη χρησιμοποιούσαν σε πολύπλοκες συνταγές με σάλτσες του γαστρονόμου Απίκιου.
Το λάδι από τους σπόρους το χρησιμοποιούσαν για εντριβές στο στήθος, τους μυς ή σαν κατάπλασμα στις πονεμένες αρθρώσεις. Πρόσθεταν το λάδι σε ζεστό νερό και έκαναν ποδόλουτρα σε κρυολογήματα και αϋπνία.
Στην Κίνα αναφέρεται ως θεραπευτικό φυτό από το 659 μ.Χ.
Στο Μεσαίωνα το χρησιμοποιούσαν σα συντηρητικό των τροφών γιατί σταματά τη δράση των βακτηριδίων.
Το λευκό σινάπι χρησιμοποιήθηκε στη λαϊκή ιατρική για τις παθήσεις του πεπτικού συστήματος και κυρίως για την δυσκοιλιότητα, πάντα όμως με προσοχή στη δοσολογία, γιατί γνώριζαν την τοξικότητά του.
Οι παλιοί βοτανοθεραπευτές συνιστούσαν το σινάπι για θεραπεία αλωπεκίας, επιληψία, δαγκώματα φιδιών και εντόμων και πονόδοντους. Ο Κούλπεπερ (1653) το συνιστούσε για ένα ευρύ φάσμα ασθενειών από τα αδύνατα στομάχια και κρυολογήματα μέχρι πονόδοντους και ρευματικούς πόνους, παθήσεις δέρματος και πιασίματα.


Χρήσεις
Το άγριο σινάπι έχει καταπραϋντικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Αν και σε μεγάλη ποσότητα είναι ερεθιστικοί, οι σπό­ροι του σε μορφή καταπλάσματος (σιναπισμοί) ανακουφίζουν φλεγμονές και ερεθι­σμούς.
Το λευκό σινάπι δρα ως αντιβακτηριακό, αντιμυκητιακό, ορεκτικό, άφυσο, καθαρτικό, εφιδρωτικό, χωνευτικό, διουρητικό, εμετικό, αποχρεμπτικό, αλλεργικό, τονωτικό και καυστικό.
Στη Κίνα χρησιμοποιείται στη θεραπεία του βήχα με άφθονο φλέγμα, στη φυματίωση και την πλευρίτιδα.
Στη Δύση χρησιμοποιείται σπάνια εσωτερικά για θεραπευτικούς σκοπούς. Εξωτερικά χρησιμοποιείται σε καταπλάσματα ή προστίθεται στο νερό του λουτρού. Βοηθά στη θεραπεία των αναπνευστικών μολύνσεων, αρθρικούς πόνους, χιονίστρες και σκασίματα δέρματος. Σε αναλογία 1 προς 3 αναστέλλει την ανάπτυξη μυκήτων, χρειάζεται όμως προσοχή γιατί ο σπόρος περιέχει ουσίες που είναι πολύ ερεθιστικές στο δέρμα και τους βλεννογόνους.
Το μαύρο σινάπι δρα ως ορεκτικό, χωνευτικό, διουρητικό, εμετικό, αλλεργικό και διεγερτικό.
Ο σπόρος αλέθεται και εφαρμόζεται στο δέρμα για θεραπεία ρευματισμών και ως μέσο μείωσης της συμφόρησης στο εσωτερικό των οργάνων. Εφαρμοζόμενο εξωτερικά το σινάπι μειώνει τη συμφόρηση των εσωτερικών οργάνων τραβώντας το αίμα προς την επιφάνεια και είναι χρήσιμο σε πονοκέφαλους, νευραλγία και σπασμούς. Επίσης η υπεραιμία που προκαλεί βοηθά σε μυϊκούς και σκελετικούς πόνους.
Με καυτό νερό σε σπασμένους σπόρους (λευκού ή μαύρου σιναπιού) φτιάχνουμε τονωτικό ποδόλουτρο (σε κρυολογήματα) ή κάνουμε εισπνοές (σε πονοκέφαλο). Με το μαύρο σινάπι γίνεται η μουστάρδα και οι σιναπισμοί. Ο σιναπισμός είναι κατάπλασμα από πολτό σκόνης σιναπιού που παρασκευάζεται με χλιαρό νερό. Το ξαπλώνουμε πάνω σε ένα καθαρό και λευκό πανί και το εφαρμόζουμε πάνω στο δέρμα αφού πρώτα στρώσουμε επάνω του μια γάζα. Το αφήνουμε για 5 έως 15 λεπτά. Όταν αφαιρέσουμε το κατάπλασμα πλένουμε το σημείο με ζεστό νερό και αλείφουμε το δέρμα με ελαιόλαδο.
Χρειάζεται προσοχή στην υπερβολή γιατί το κατάπλασμα μερικές φορές μπορεί να προκαλέσει σοβαρό ερεθισμό στο δέρμα.
Αναφέρεται ότι το αφέψημα των σπόρων χρησιμοποιείται στην θεραπεία σκλήρυνσης συκωτιού και σπλήνας καθώς επίσης στη θεραπεία καρκινώματος σε όγκους λαιμού και αποστήματα (με γαργαρισμούς του υγρού).
Το έλαιο της σιναπιού προτείνεται για το δυνάμωμα της τρίχας. Επίσης το σινάπι προτείνεται ως καθαρτικό συστατικό τσαγιού για τον λόξυγκα. Η σκόνη του σπόρου είναι αντισηπτική.
Εργαστηριακά πειράματα έχουν δείξει πως η βρώση του φυτού μειώνει τον κίνδυνο προσβολής ορισμένων μορφών καρκίνου, ιδιαίτερα του παχέως εντέρου και του στομάχου.


Προφυλάξεις:

Η χρήση του βοτάνου αντενδείκνυται στις φλεγμονές και τη φυματίωση των πνευμόνων, στις ασθένειες των νεφρών και σε άτομα που υποφέρουν από υπερένταση.
Η θειοσιναπαζίνη, η δραστική ουσία της μουστάρδας είναι πολύ ερεθιστική και καυστική στο δέρμα και στο βλεννογόνο των αισθητηρίων οργάνων. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να είναι αλλεργικοί στο σκεύασμα αυτό και πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή. Στο ποδόλουτρο δεν πρέπει να αφήνουμε τα πόδια μέσα στο νερό περισσότερο από 10 λεπτά. Τα άτομα που υποφέρουν από αναιμία να αποφεύγουν το γενικό μπάνιο. Πρέπει να αποφεύγεται η χρήση του σκέτου σιναπόσπορου γιατί είναι πολύ καυστικός, όπως και του αδιάλυτου σιναπόλαδου στο δέρμα γιατί προκαλεί εγκαύματα.