Βρήκα τούτα τα κείμενα στο διαδίκτυο και ομολογώ πως τα θεωρώ θαυμάσια για την … περίπτωσή μας. Απλουστευμένες εξηγήσεις της κρίσης χρέους και όχι μόνο… Όπως είναι φυσικό δεν άλλαξα τίποτα από τα αρχικά κείμενα. Μόνο οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου.
Απολαύστε τα και βγάλετε μόνοι τα συμπεράσματά σας!
Η Κρίση των Γαϊδάρων
Μια μέρα εμφανίστηκε σε ένα χωριό ένας άνδρας με γραβάτα. Ανέβηκε σε ένα παγκάκι και φώναξε σε όλο τον τοπικό πληθυσμό ότι θα αγόραζε όλα τα γαϊδούρια που θα του πήγαιναν, έναντι 100 ευρώ και μάλιστα μετρητά.
Οι ντόπιοι το βρήκαν λίγο περίεργο, αλλά η τιμή ήταν πολύ καλή και όσοι προχώρησαν στην πώληση γύρισαν σπίτι με το τσαντάκι γεμάτο και το χαμόγελο στα χείλη.
Ο άνδρας με τη γραβάτα επέστρεψε την επόμενη μέρα και πρόσφερε 150 ευρώ για κάθε απούλητο γάιδαρο, κι έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι πούλησαν τα ζώα τους. Τις επόμενες ημέρες προσέφερε 300 ευρώ για όσα ελάχιστα ζώα ήταν ακόμα απούλητα με αποτέλεσμα και οι τελευταίοι αμετανόητοι να πουλήσουν τα γαϊδούρια τους.
Μετά συνειδητοποίησε ότι στο χωριό δεν έμεινε πια ούτε ένας γάιδαρος και ανακοίνωσε σε όλους ότι θα επέστρεφε μετά από μια εβδομάδα για να αγοράσει οποιοδήποτε γάιδαρο έβρισκε έναντι ... 500 ευρώ!! Και αποχώρησε.
Την επόμενη μέρα ανέθεσε στον συνέταιρό του το κοπάδι των γαϊδάρων που είχε αγοράσει και τον έστειλε στο ίδιο χωριό με εντολή να τα πουλήσει όλα στην τιμή των 400 ευρώ το ένα.
Οι κάτοικοι βλέποντας την δυνατότητα να κερδίσουν 100 ευρώ την επόμενη εβδομάδα, αγόρασαν ξανά τα ζώα τους 4 φορές πιο ακριβά από ότι τα είχανε πουλήσει, και για να το κάνουν αυτό, αναγκάστηκαν να ζητήσουν δάνειο από την τοπική τράπεζα।
Όπως φαντάζεστε, μετά την συναλλαγή οι δύο επιχειρηματίες έφυγαν διακοπές σε έναν φορολογικό παράδεισο της Καραϊβικής, ενώ οι κάτοικοι του χωριού βρέθηκαν υπερχρεωμένοι, απογοητευμένοι, και με τα γαϊδούρια στην κατοχή τους που δεν άξιζαν πλέον τίποτα.
Φυσικά οι αγρότες προσπάθησαν να πουλήσουν τα ζώα για να καλύψουν τα χρέη. Μάταια. Η αξία τους είχε πατώσει. Η τράπεζα λοιπόν κατάσχεσε τα γαϊδούρια και εν συνεχεία τα νοίκιασε στους πρώην ιδιοκτήτες τους.
Ο τραπεζίτης όμως πήγε στον δήμαρχο του χωριού και του εξήγησε ότι εάν δεν ανακτούσε τα κεφάλαια που είχε δανείσει θα κατέρρεε και αυτός, και κατά συνέπεια θα ζητούσε αμέσως το κλείσιμο της ανοικτής πίστωσης που είχε με τον δήμο.
Πανικόβλητος ο δήμαρχος και για να αποφύγει την καταστροφή, αντί να δώσει λεφτά στους κατοίκους του χωριού για να καλύψουν τα χρέη τους, έδωσε λεφτά στον τραπεζίτη, ο οποίος παρεμπιπτόντως … ήταν κουμπάρος ενός δημοτικού συμβούλου.
Δυστυχώς όμως ο τραπεζίτης αφού ανέκτησε το κεφάλαιό του, δεν έσβησε το χρέος των κατοίκων ούτε το χρέος του δήμου, ο οποίος φυσικά βρέθηκε ένα βήμα πριν την πτώχευση.
Βλέποντας τα χρέη να πολλαπλασιάζονται και στριμωγμένος από τα επιτόκια, ο δήμαρχος ζήτησε βοήθεια από τους γειτονικούς δήμους. Αυτοί όμως του έδωσαν αρνητική απάντηση, γιατί όπως του είπαν είχαν υποστεί την ίδια ζημιά με τους δικούς τους γάιδαρους!!...
Ο τραπεζίτης τότε έδωσε στον δήμαρχο την «ανιδιοτελή» συμβουλή - οδηγία να μειώσει τα έξοδα του δήμου: λιγότερα λεφτά για τα σχολεία, για το νοσοκομείο του χωριού, για την δημοτική αστυνομία, κατάργηση των κοινωνικών προγραμμάτων, της έρευνας, μείωση της χρηματοδότησης για καινούρια έργα υποδομών. Αυξήθηκε η ηλικία συνταξιοδότησης, απολύθηκαν οι περισσότεροι υπάλληλοι του δημαρχείου, έπεσαν οι μισθοί και αυξήθηκαν οι φόροι.
Ήταν έλεγε αναπόφευκτο, αλλά υποσχόταν με αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές «να βάλει τάξη στη λειτουργία του δημοσίου, να βάλει τέλος στις σπατάλες» και να … ηθικοποιήσει το εμπόριο των γαϊδάρων.
Η ιστορία άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα όταν μαθεύτηκε πως οι δυο επιχειρηματίες και ο τραπεζίτης είναι ξαδέρφια και μένουν μαζί σε ένα νησί κοντά στις Μπαχάμες, το οποίο και αγόρασαν … με τον ιδρώτα τους. Ονομάζονται οικογένεια Χρηματοπιστωτικών Αγορών, και με μεγάλη γενναιότητα προσφέρθηκαν να χρηματοδοτήσουν την εκλογική εκστρατεία των δημάρχων των χωριών της περιοχής.
Σε κάθε περίπτωση η ιστορία δεν έχει τελειώσει γιατί κανείς δεν γνωρίζει τι έκαναν μετά οι αγρότες. Εσύ τι θα έκανες στην θέση τους; Τι θα κάνεις εσύ;
(Μετάφραση από το ιταλικό κείμενο, το οποίο ήταν μετάφραση του γαλλικού και πάει λέγοντας. Φυσικά τα κείμενα αυτά είναι μεταφρασμένα σε όλες τις γλώσσες, γιατί ως γνωστό στην ιστορία αυτή εμπλέκονται επιχειρηματίες, τραπεζίτες, δημοτικές αρχές και φουκαράδες χωρικοί όλου του κόσμου, καθώς όλος ο πλανήτης υπόκειται στους «κανόνες της αγοράς» … των γαϊδάρων.)
Η οικονομική κρίση μέσα από ένα παράδειγμα
Η Χάιντι είναι ιδιοκτήτρια ενός μπαρ στο Βερολίνο. Προκειμένου να αυξήσει τις πωλήσεις της, αποφασίζει να επιτρέψει στους πιστούς της πελάτες - οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι άνεργοι αλκοολικοί - να πίνουν όσο θέλουν τώρα και να πληρώνουν αργότερα. Όποτε έχουν και όπως μπορούν.
Η ίδια καταγράφει λεπτομερώς όλα τα ποτά που καταναλώνονται σε λογιστικά βιβλία και έτσι, με αυτόν τον τρόπο, ουσιαστικά, χορηγεί δάνεια στους πελάτες της.
Μαθαίνεται πολύ γρήγορα αυτό το «σύστημα της Χάιντ» (που, στα ελληνικά, θα τη λέγαμε Χάιδω!), και πολύς κόσμος αρχίζει να πλημμυρίζει το ωραίο της μπαράκι. Εκμεταλλευόμενη την ελευθερία που νιώθουν οι πελάτες, τώρα που εκείνη τους απάλλαξε από το βάρος της άμεσης πληρωμής, η Χάιντι αυξάνει τις τιμές του κρασιού και της μπύρας, που είναι τα ποτά που καταναλώνονται περισσότερο. Ο όγκος των πωλήσεών της, βεβαίως, αυξάνεται θεαματικά.
Ένας νέος και δυναμικός σύμβουλος πελατών σε μια τοπική τράπεζα, αναγνωρίζει ως μελλοντικά πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο της επιχείρησης το ποσό που θα προκύψει από την αποπληρωμή της πίστωσης που παίρνουν οι πελάτες και αυξάνει το δανειοληπτικό όριο της Χάιντι. Δεν έχει, ο τραπεζικός σύμβουλος, κανέναν λόγο ανησυχίας, καθ’ ότι υπάρχουν ως εγγύηση τα ίδια τα χρέη των αλκοολικών. Στα κεντρικά γραφεία της τράπεζας, ειδικοί τραπεζικοί μετατρέπουν αυτό το περιουσιακό στοιχείο σε τραπεζικά προϊόντα με τις ονομασίες «Πιοτ-ομόλογα», «Αλκ-ομόλογα» και «Εμετ-ομόλογα». Αυτά τα προϊόντα εμπορεύονται κατόπιν στις παγκόσμιες αγορές. Κανείς δεν ξέρει πραγματικά τι σημαίνουν αυτές οι… περίεργες ονομασίες των ομολόγων και πώς αυτά είναι εγγυημένα. Όμως, καθώς οι τιμές τους αυξάνονται διαρκώς, μεγαλώνει η ζήτησή τους και γίνονται μπεστ - σέλερ τραπεζικά προϊόντα.
Μια μέρα, παρ’ όλο που οι τιμές συνεχώς ανεβαίνουν, ένα στέλεχος της τράπεζας, με ειδικότητα σε θέματα «μάνατζμεντ ρίσκου», αποφασίζει και η απόφασή του γίνεται δεκτή, ότι ήρθε καιρός, σιγά-σιγά, η τράπεζα να αρχίσει να απαιτεί την αποπληρωμή των χρεών που συσσωρεύτηκαν από τους πότες στο μπαρ της Χάιντι. Όμως, οι αλκοολικοί άνεργοι αδυνατούν, βεβαίως, να αποπληρώσουν τα δάνειά τους, αφού είναι άνεργοι οι άνθρωποι, κάτι που δεν έκρυψαν ποτέ, ούτε από τη Χάιντι, ούτε από τους τραπεζίτες. Ταυτόχρονα και ως συνέπεια αυτού, η Χάιντι δεν μπορεί να είναι συνεπής προς τις δανειοληπτικές της υποχρεώσεις και κηρύττει χρεωκοπία.
Το «Ποτ-ομόλογο» και το «Αλκ-ομόλογο» χάνουν το 95% της αξίας τους. Το «Εμετ-ομόλογο» πάει λίγο καλύτερα και πέφτει μόνον κατά 80%. Οι προμηθευτές του μπαρ της Χάιντι είχαν δώσει στην πελάτισσά τους, τον καιρό που όλα ήταν καλά κι ωραία, πολύ ελαστικούς όρους για την αποπληρωμή των χρεών της προς αυτούς, αλλά έχοντας επενδύσει και οι ίδιοι σε αυτά τα τραπεζικά ομόλογα, είναι τώρα μπροστά σε μια νέα, διαφορετική κατάσταση. Ο προμηθευτής των κρασιών χρεωκοπεί και εκείνος που της πουλούσε μπύρες εξαγοράζεται από έναν ανταγωνιστή του. Η τράπεζα, έπειτα από μαραθώνιες και δραματικές διαβουλεύσεις όλων των πολιτικών κομμάτων, σώζεται με γενναία χρηματική ένεση από το κράτος, το οποίο αποφασίζει να βρει τους πόρους αυτούς από έναν καινούργιο φόρο, που θα βαραίνει μόνον εκείνους που δεν καταναλώνουν αλκοόλ.
Επιτέλους, μια εξήγηση που μπορούμε όλοι να καταλάβουμε…
http://parallhlografos.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου