Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

Αφιέρωμα στον «Αρχάγγελο» της Κρήτης



Συγχωρήστε με μα, Κρητικός γαρ, δεν μπορώ, Τρίτη 8 Φλεβάρη που γράφω τούτες τις γραμμές, να ασχοληθώ με οτιδήποτε άλλο πέραν του μεγάλου μουσικού και τραγουδιστή που έφυγε σαν σήμερα τριάντα ένα χρόνια πίσω. Του Νίκου Ξυλούρη!
Ένα μικρό αφιέρωμα λοιπόν στο λυράρη και τραγουδιστή, που με τη μοναδική αγέρωχη φωνή του έβαλε τη σφραγίδα του σε σπουδαίες στιγμές του ελληνικού τραγουδιού.
Ήταν η φωνή που δέσποσε στη δεκαετία του '70, σηκώνοντας στις πλάτες του το προοδευτικό τραγούδι στα χρόνια της δικτατορίας και στις αρχές της μεταπολίτευσης.
Ήταν η φωνή που μέσα από τις ιστορικές αναφορές και τα τραγούδια, εκφράζει το τεταμένο αντιδικτατορικό κλίμα, το οποίο θα οδηγήσει στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Και εκεί ο Ξυλούρης είναι μπροστάρης. Βρίσκεται κοντά στους αγωνιζόμενους φοιτητές για να τους εμψυχώσει, μοιράζεται το πρόχειρο φαγητό τους και τραγουδά μαζί τους, το «Πότε θα κάμει ξαστεριά...». Η αγέρωχη στάση του τον φέρνει αντιμέτωπο με τη χούντα. Οι συναυλίες, οι δίσκοι του, οι ραδιοφωνικές και οι τηλεοπτικές εκπομπές του απαγορεύονται.
Ήταν η φωνή που στα πατήματα και στις αναπνοές της αντηχούσαν οι Κρητικές μαδάρες και συνάμα κουβαλούσε τα αρώματα της ποίησης του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Βάρναλη, κ.ά. Ποτέ άλλοτε τραγουδιστής δεν πέρασε από το δημοτικό τραγούδι στο λόγιο, όχι μόνο χωρίς απώλειες, αλλά, αντίθετα, με δάφνες γενικής αναγνώρισης. Ο Αρχάγγελος της Κρήτης με την ίδια δύναμη που τραγούδησε ριζίτικα του τόπου του, τραγούδησε Μαρκόπουλο, Ξαρχάκο, Χάλαρη, Λεοντή, Κόκκοτο, Ανδριόπουλο, Γκάτσο, Γεωργουσόπουλο, Σεφέρη, Σολωμό, Κινδύνη, Ρίτσο, Φέρρη, κ.ά. Με αυτά τα τραγούδια, που μπόλιασε μοναδικά με το αξεπέραστο ηχόχρωμά του και τη λεβεντιά του, συντρόφεψε το λαό μας στις αναζητήσεις και στους αγώνες του.



Βιογραφικά

Ο Νίκος Ξυλούρης γεννήθηκε στα Ανώγεια Ηρακλείου στις 7 Ιουλίου κάπου στο τέλος της δεκαετίας του 30. Η ημερομηνία γέννησης του δεν είναι ακριβής γιατί το φθινόπωρο του 1941 το χωριό του καταστράφηκε και μαζί του καταστράφηκαν και τα χαρτιά όλων των κατοίκων. Οι περισσότεροι βιογράφοι του πάντως αναφέρουν σαν έτος γέννησης το 1936.
Οι γονείς του είχαν 6 παιδιά (τρία αγόρια και τρία κορίτσια). Ο Νίκος ήταν το τέταρτο κατά σειρά. Αδέλφια του είναι οι επίσης γνωστοί μουσικοί της Κρητικής μουσικής ο Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης) και ο Γιάννης Ξυλούρης (Ψαρογιάννης) .
Ήταν μόλις πέντε ετών, όταν στις 13 Αυγούστου του 1941 οι γερμανοί κατακτητές εισέβαλαν στο χωριό του και το έκαψαν. Οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες στην κοιλάδα του Μυλοποτάμου, για να επιστρέψουν στον τόπο τους τρία χρόνια αργότερα, μετά την απελευθέρωση.
Τα πρώτα χρόνια στα κατεστραμμένα Ανώγεια είναι φτωχικά και δύσκολα για την οικογένεια του Νίκου Ξυλούρη, όπως και για όλους τους συγχωριανούς του. Ο ίδιος φεύγει για το Ηράκλειο, για να μάθει γράμματα. Το σχολείο, όμως, του είναι μάλλον αγγαρεία και ήδη έχει δείξει την κλίση του στη μουσική.
Μια μέρα βλέπει έναν συγγενή του να παίζει λύρα κι από τότε του καρφώνεται η ιδέα να μάθει αυτό το όργανο. Οι αντιρρήσεις του πατέρα του κάμπτονται από τον δάσκαλό του, που αναγνώρισε από νωρίς το ταλέντο του. Έτσι, σε ηλικία μόλις 10 ετών, αποκτά την πρώτη του λύρα, σταματά το σχολείο στην Γ' Δημοτικού και μετά από ενάμιση χρόνο μαθητείας δίπλα στον λυράρη Λεωνίδα Κλάδο, ξεκινά να βγάλει το ψωμί του παίζοντας σε γάμους, βαφτίσια και γιορτές, σ' όλη την Κρήτη.
Το 1953 ο 17χρονος Νίκος αφήνει πίσω το χωριό του, για να εγκατασταθεί στο Ηράκλειο. Πιάνει δουλειά στο κέντρο «Κάστρο» και με τα λεφτά που παίρνει πληρώνει μόνο το ενοίκιο για την κάμαρά του.
Οι καλοί φίλοι που έχει αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν, οργανώνοντας γλέντια, και το όνομά του αρχίζει σιγά - σιγά να γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό.
Σε μια αποκριάτικη γιορτή βλέπει την Ουρανία Μελαμπιανάκη, γόνο αριστοκρατικής οικογένειας, και την ερωτεύεται. Για ένα χρόνο της κάνει καντάδα κάθε βράδυ κάτω από το παράθυρό της, χωρίς στην πραγματικότητα να έχουν μιλήσει ποτέ. Η ταξική τους διαφορά θα τους αναγκάσει να κλεφτούν και να παντρευτούν κρυφά, στις 21 Μαΐου του 1958. Μαζί θα αποκτήσουν δύο παιδιά, τον Γιώργη και τη Ρηνιώ.




Ανοδική πορεία


Ο Νίκος συνεχίζει την ανοδική του πορεία και τον Νοέμβριο του 1958 βγάζει τον πρώτο του δίσκο με την εταιρία «Οντεόν» που έχει τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά». Η αμοιβή του; 150 δραχμές !! Ο δίσκος είχε επιτυχία και έτσι η εταιρία του τον βοηθάει να κάνει κι άλλους δίσκους, βγάζοντας τον από τις δύσκολες μέρες.
Το 1966 το κράτος επιλέγει και στέλνει τον Νίκο Ξυλούρη σε φολκλορικό διαγωνισμό στο Σαν Ρέμο όπου ανάμεσα από δεκάδες συγκροτήματα ο παίρνει το πρώτο βραβείο για την ερμηνεία του στο συρτάκι που έπαιξε με την λύρα.
Το 1967, επί δικτατορίας, ανοίγει στο Ηράκλειο το πρώτο Κρητικό κέντρο, τον «Ερωτόκριτο» και τον Απρίλη του 1969 κάνει την πρώτη του επίσημη δοκιμαστική εμφάνιση του στην Αθήνα, στο κέντρο «Κονάκι». Ο κόσμος τον αποθεώνει και ο Νίκος Ξυλούρης αποφασίζει να εγκατασταθεί στην Αθήνα.
Το 1969 ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο «Ανυφαντού» και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκε και πάλι σε Αθηναϊκό μουσικό κέντρο.

Η γνωριμία με τον Λαμπρόπουλο

Σε αρκετές βιογραφίες του Νίκου Ξυλούρη, επικρατεί η άποψη ότι τον ανακάλυψε ο Ερρίκος Θαλασσινός και τον ανέδειξε ο Γιάννης Μαρκόπουλος.
Η άποψη της συζύγου του κ. Ουρανίας Ξυλούρη, όπως δημοσιεύτηκε σε σχετικά αφιερώματα των περιοδικών «Δίφωνο» και «Μονογραφίες», είναι διαφορετική. Η ανάδειξη του Ξυλούρη οφείλεται στο τραγούδι του «Ανυφαντού» και το πρόσωπο που τον ανακάλυψε και τον ανέδειξε, ήταν ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Κολούμπια» Τάκης Λαμπρόπουλος, ο οποίος τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι στα Ανώγεια και έστειλε την κασέτα στον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο ο οποίος ήταν τότε στο Παρίσι, προκειμένου να ακούσει τη φωνή του Ανωγειανού Λυράρη. Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι ο Λαμπρόπουλος πήγε στην Κρήτη όπου ανακάλυψε μια σπουδαία και σημαντική φωνή. Από εκεί πληροφορήθηκε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για τον Νίκο Ξυλούρη και του πρότεινε τα τραγούδια του «Χρονικού».

Διηγείται η σύζυγος

«Το 1969 - λέει σε μία σπάνια συνέντευξή της η σύντροφός του Ουρανία -ερχόμαστε για πρώτη φορά στην Αθήνα για εμφανίσεις στο κέντρο «Κονάκι», και τον Σεπτέμβριο γίνεται η μόνιμη εγκατάστασή μας στην πρωτεύουσα. Έχει ήδη φύγει από τα Κρητικά μαγαζιά ο Νίκος, και τραγουδά σε μπουάτ της Πλάκας.
Με τον Γιάννη Μαρκόπουλο συνεργάζονται για πρώτη φορά στο «Χρονικό». Έξι μήνες μετά, κυκλοφορεί ο δίσκος αναφορά στα «Ριζίτικα» της Κρήτης. Τον Μάιο του 1971, ξεκινούν κοινές εμφανίσεις στην μπουάτ «Λήδρα», στην Πλάκα, μέσα στην καρδιά της δικτατορίας. Η φωνή του Νίκου Ξυλούρη γίνεται σημαία αντίστασης. «Πότε θα κάνει ξαστεριά», «Αγρίμια και αγριμάκια μου»...
Δύσκολα εκείνα τα χρόνια. Ο Νίκος κυνηγήθηκε. Ήταν απαγορευμένος και από το Ραδιόφωνο και από την Τηλεόραση.
Ακολουθούν δύο ακόμα κύκλοι τραγουδιών του Γιάννη Μαρκόπουλου, η «Ιθαγένεια» και ο «Στρατής ο Θαλασσινός». Έρχεται στη συνέχεια η συνεργασία του με τον Σταύρο Ξαρχάκο («Διόνυσε καλοκαίρι μας», «Συλλογή»), τον Χριστόδουλο Χάλαρη («Τροπικός της Παρθένου», «Ακολουθία»), και τον Χρήστο Λεοντή («Καπνισμένο Τσουκάλι»).
Και έπειτα το καλοκαίρι του 1973 το «Μεγάλο μας Τσίρκο». Η παράσταση που ανεβάζουν στο θέατρο «Αθήναιον», η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος, με αντικείμενο την ιστορική διαδρομή της Ελλάδας στα νεότερα χρόνια. Ο Νίκος Ξυλούρης κρατά τον καθοριστικό ρόλο του τραγουδιστή στην παράσταση αυτή. Μια παράσταση - σταθμός στην καριέρα του. Τα μεταπολιτευτικά χρόνια τραγουδά κάποια ακόμα τραγούδια του Χρήστου Λεοντή, του Σταύρου Ξαρχάκου, του Δημήτρη Χριστοδούλου, του Λίνου Κόκοτου και του Ηλία Ανδριόπουλου. Τραγουδά όμως πάντα και παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης και κάποια λαϊκά του Στέλιου Βαμβακάρη.
Τα τραγούδια του τα μάθαινε στο πόδι. Δεν είχε χρόνο για πρόβες. Τα μάθαινε, ακούγοντας την κασέτα στο σπίτι, στο αυτοκίνητο. Τραγουδούσε μαζί και το μάθαινε. Μάλιστα, ο Ξαρχάκος, τον ήθελε πάντα στα τραγούδια του αυθεντικό, γι’ αυτό και τον καλούσε στο στούντιο για ηχογράφηση, συνήθως, χωρίς πρόβα. Έτσι έγινε και με το τραγούδι «Ήτανε μια φορά». Το ηχογράφησε ο Νίκος χωρίς να το ξέρει. Χωρίς καμιά πρόβα».




Το τέλος

Ο Νίκος Ξυλούρης μετά από πόνους στο κεφάλι και στον θώρακα πηγαίνει για εξετάσεις στην Νέα Υόρκη στο νοσοκομείο Memorial Hospital. Ύστερα από πολλαπλές εγχειρήσεις επιστρέφει στο σπίτι ενός φίλου του στο Πόρτο Ράφτη όπου προσπαθεί να νικήσει την επάρατη νόσο. Δεν τα καταφέρνει όμως και πεθαίνει στον Πειραιά στις 8 Φεβρουαρίου του 1980.


Γιατί τον λέμε ακόμη «Αρχάγγελο της Κρήτης».

Το «αρχάγγελος», προέκυψε από το παρακάτω στιχούργημα που έγραψε για αυτόν ο γνωστός Ηρακλειώτης δικηγόρος Γιώργης Τσικαλάς.

Στο κατακλείδι τ’ ουρανού στο φόλι του Συμπάντου
κάθεται μπροσταρόκριγιος σ’ ανέφαλ’ ασημένιο
ο παντροκράτης Βασιλιάς π’ ούλα τα χαζιρεύγει
ψεύτη κι αθάνατο ντουνιά δίχως συμβουλατόρους
π’ ούλη την Πλάση συντηρά με στρουφιχτό αμάτι
πούχει πατούλιες άγγελους και στ’ όνομά του ψάλλουν
ύμνους από τα Χερουβίμ κι άσματα των ασμάτω!
Μα ιντά ’χει σήμερα ο Θεός, όχι θεόψυχά μου
κι εζήλεψε ντως τω θνητώ στσι καλοπέρασές τως;
Τραγούδια κι οργανά ’κουσε απού τον Ψηλορείτη
κι αμέσως τα αγγελικά λαρύγγια βουβάθηκαν
κουνιούνται τα συθέμελα τα ριζιμιά χαράκια
η σφαίρα η θεοτική του πέφτει απού τα χέρια
κι ανταριασμένος στρέφεται στσι δύο ντου Αρχαγγέλους:
- Ποιός είναι ο τραγουδιστής ποιός είναι ο παιχνιώτης
απού ’χει τρίδιπλες χορδές στη λύρα και στο στόμα,
και σαν τσι κρούσει τσι χορδές
ντροπιάζει τους αγγέλους
τ’ αηδόνια ξενιτεύγει τα και τα νερά παγώνει
καμπάνες αργυροχυτές ραΐζει και χαλά τσις
και τη δική μου την καρδιά την έχει ξεσηκώσει;
Τί Παντογνώστης είμ’ εγώ και δεν τόνε γνωρίζω;
Τί Παντοκράτης είμ’ εγώ και τόνε χαίρουντ’ άλλοι
οι δούλοι κι οι φαμέγοι μου απού τον κάτω Κόσμο;
- Ετούτος είναι κύριε των Κρητικών ο Μέγας.
Ο Νίκος ο Ψαρονίκος ο Νίκος ο Ξυλούρης.
που εσύ τονε μπεγιέντισες για τσι χορδές του μόνο,
μα ο Χάρος κάνει κάλεσμα για την αγνή Ψυχή του
π’ αξίζει περισσότερο απ’ ούλα σου τα έχη.
- Σύρτε φτερό Αρχάγγελοι δεξά μου φέρετέ τον
και τη φωνή και την ψυχή τα θέλω για δικού μου
και με τσ’ ανθρώπους τσι θνητούς
δεν κάνω εγώ παζάρια.

Γλακάτε να προκάμετε του Χάρου το δραπάνι
πριχού του πάρει την ψυχή και τηνε μαγαρίσει
να τηνε κάμω κόνισμα την ανθρωπιά να μάθω
και να μου γλυκοτραγουδεί τσι ταπεινές τσι χάρες.
Βαρά η καλογερική βαρά και η θεότη
κόπιασε φίλε Νικολή στο θεϊκό κονάκι.
- Πριχού να γίνει Κύριε η Θεία εντολή σου,
τάξε μας πω δα ’ναμαστε και μεις ζερβόδεξά ντου
οι δύο ντου λαουτάρηδες στο Θεϊκό το γλέντι.
Ετσά τον πήρεν ο Θεός εις τα δικά ντου Ανώγεια.
Ετσά τον πήρεν ο Θεός κι ο Χάρος τον εχάσε.
- Βάλε ταβερναρά κρασί να πιω με το Θεό μου
να ζαλιστεί να μεθυστεί να τόνε καταφέρω
μπάε και κάμει το μιστό για το καλό της Κρήτης.

Πηγές:
http://cretanhistory.tripod.com
http://www.sansimera.gr
http://el.wikipedia.org
http://oistros-reportaz1.blogspot.com
http://www.creteonthe.net
http://www.musiccorner.gr/

8/2/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: