Τα κατά Μάρκον
Αρθρα δημοσιευμένα (ή όχι)σε εφημερίδες της Λευκάδας. Ανάρτησεις για ότι μου αρέσει ή με προβληματίζει
Ετικέτες
- ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
- ΒΟΤΑΝΑ
- ΒΟΤΑΝΑ - ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ
- ΓΙΑΤΡΟΣΟΦΙΑ
- ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗ ... ΖΙΜΠΑΜΠΟΥΕ
- ΔΕΝΔΡΑ
- ΔΗΜΟΤΙΚΑ
- ΔΙΑΦΟΡΑ VIDEO
- ΕΜΜΕΤΡΑ
- ΕΠΙ ΠΑΝΤΟΣ
- ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
- ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ
- ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ
- ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΤΑΚΕΣ
- ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ
- ΚΡΗΤΗ
- ΚΡΗΤΙΚΑ
- ΛΕΥΚΑΔΑ
- ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ
- ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ
- ΜΥΘΟΙ
- ΠΑΡΑΔΟΣΗ
- ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
- ΠΟΙΗΣΗ
- ΠΟΛΙΤΙΚΑ
- ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
- ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ
- ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ
- ΤΑ ΒΙΝΤΕΟ ΜΟΥ
- ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ
- ΥΓΕΙΑ
Κυριακή 29 Ιουνίου 2025
Τετάρτη 28 Μαΐου 2025
Τα τραπουλόχαρτα και η ιστορία τους
Στην κλασική αρχαιότητα τυχερά παιχνίδια υπήρχαν, κυρίως με αστραγάλους ή ζάρια, που τα έλεγαν κύβους και από εκεί μας έχει μείνει η λέξη διακυβεύω, όπως και το «ανερρίφθω κύβος» που είπε (στα ελληνικά) ο Ιούλιος Καίσαρ όταν αποφάσισε να διαβεί τον Ρουβίκωνα, φράση που έχει επικρατήσει στη χρήση με τη μορφή «ο κύβος ερρίφθη».
Και το τάβλι ήταν γνωστό στην αρχαιότητα, τα χαρτιά όμως όχι.
Η ιστορία της τράπουλας
Αρχικά, η λέξη
«τράπουλα», προέρχεται από την ιταλική λέξη «trappola». Τα λεξικά θα σας πουν ότι trappola θα πει «απάτη, παγίδα», πράγμα
που είναι σωστό αλλά δεν λέει και πολλά.
Δεν είχε ποτέ
στα ιταλικά η λέξη trappola τη σημασία της δεσμίδας των παιγνιοχάρτων, υπήρχε
όμως ένα βενετσιάνικο παιχνίδι που λεγόταν trappola, οπότε μάλλον από αυτό,
μέσω Επτανήσων, θα πέρασε η λέξη και στα ελληνικά, αρχικά με τη σημασία της
δεσμίδας που χρησιμοποιούσαν οι παίχτες για να παίξουν το συγκεκριμένο παιχνίδι
και μετά για την οποιαδήποτε δεσμίδα χαρτιών.
Ποιος ανακάτεψε πρώτος τα τραπουλόχαρτα; Κι αυτό γιατί η πατρότητά της είναι
μάλλον ένα μυστήριο.
Τέσσερις χώρες
και λαοί ερίζουν για το ποιος την… πρωτοέπιασε, αλλά ως πιο ανίσχυρη κρίνεται η
άποψη περί Αράβων. Είναι γεγονός ότι οι Άραβες συνέβαλαν στη διάδοση κάποιων
μορφών τράπουλας, πιθανόν να επέφεραν αλλαγές σ’ αυτές, αλλά δεν ήταν αυτοί που
εφηύραν την τράπουλα.
Πιο πιθανή
πάντως άποψη από αυτή είναι ότι τα περίεργα αυτά τραπουλόχαρτα, εμφανίστηκαν
για πρώτη φορά στην Αίγυπτο, σε ανύποπτο χρόνο, έχοντας επάνω τους θρησκευτικές
απεικονίσεις. Οι αποκρυφιστές μάλιστα ασπάζονται περισσότερο την άποψη αυτή και
θεωρούν ότι η εφεύρεση των τραπουλόχαρτων χρονολογείται πριν από τον έντυπο
λόγο, ότι η τράπουλα ήταν η πρώτη μορφή «βιβλίου» και ότι τα τραπουλόχαρτα, στη
μορφή που είχαν τότε, αποτύπωναν συμβολικά την αρχέγονη γνώση, αποτελούσαν ένα
μέρος της λατρείας του Αιγυπτίου θεού Τοθ
και με τη βοήθειά τους μπορούσε να προβλεφθεί η μοίρα των ανθρώπων και το
μέλλον τους, να δοθούν συμβουλές προς αυτούς και να εξηγηθεί η θέληση των θεών.
Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης θεωρούν ότι αυτά τα αρχέγονα «Φύλλα της Τύχης» ή «Τάροκ» αποτελούν τον «πνευματικό πρόγονο» όλων των τραπουλόχαρτων και ότι η πιο αυθεντική μορφή τους διασώθηκε ως «Τάροκ των Βοημών» και ήδη ως τράπουλα με την ονομασία «Ταρώ του Τοθ».
Μια άλλη άποψη τοποθετεί την επινόηση των παιγνιόχαρτων μεταξύ του 9ου και 10ου αιώνα, στην Ινδία. Τα χαρτιά είχαν πολεμικές αναπαραστάσεις και η άποψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός της ομοιότητας των συμβόλων των πρώτων ευρωπαϊκών τραπουλόχαρτων και των συμβολικών ινδουιστικών παραστάσεων. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που συνδέουν την προέλευση της τράπουλας από το σκάκι, αφού η λέξη ναϊμπ, που εκφράζει τη χαρτοπαιξία στην ινδοστανική, σημαίνει υπολοχαγός.
Η περισσότερο κρατούσα και με τα περισσότερα επιχειρήματα άποψη, όμως, είναι αυτή που συνδέει την τράπουλα με την Κίνα, όπου μάλιστα, ως γνωστό, εφευρέθηκε και το χαρτί. Εδώ λοιπόν φαίνεται πως εμφανίστηκαν για πρώτη φορά παιγνιόχαρτα μεταξύ 7ου και 10ου αιώνα, στην αρχή μάλιστα μπορεί ταυτόχρονα να χρησιμοποιούντο και ως χαρτονομίσματα, όπως πιστεύουν κάποιοι ιστορικοί. Η ομοιότητα, πάντως, των κινέζικων χαρτονομισμάτων και των κινέζικων παιγνιοχάρτων είναι αξιοσημείωτη.
Τα παιγνιόχαρτα θεωρούνται εξέλιξη των κινέζικων ντόμινο, γιατρικού της πλήξης. Σύμφωνα με μια εκδοχή, που βρίσκουμε στην κινέζικη εγκυκλοπαίδεια – λεξικό «Τσινγκ-Τσζε-Τουνγκ» του 1678, ο Κινέζος αυτοκράτορας του 12ου αιώνα Σεν-Χο, ανέθεσε στους σοφούς του να βρουν ένα αντίδοτο στην πλήξη που ένιωθαν στο παλάτι οι τριακόσιες παλλακίδες του, οπότε και κάποιος σοφός του έφερε μια συλλογή από μικρές, ωραία διακοσμημένες, πλάκες από ελεφαντόδοντο, με τις οποίες, κατά τα λεγόμενά του, μπορούσαν να παιχτούν πολλά και διαφορετικά παιχνίδια. Τόσο ο αυτοκράτορας, όσο και οι παλλακίδες του, ενθουσιάστηκαν και, πλέον, το πρόβλημα της ανίας λύθηκε. Ο Τ.Φ. Καίητερ, όμως, στο βιβλίο του «Η εφεύρεση της τυπογραφίας στην Κίνα» αναφέρεται σε χαρτοπαιξία στην Κίνα ήδη τουλάχιστον από το 969.
Τα κινέζικα
τραπουλόχαρτα, που μπορεί να ήταν ταυτόχρονα και χαρτονομίσματα στην αρχική
τους μορφή και χρήση, διαδόθηκαν σε όλη την Ασία και από εκεί στην Αίγυπτο των
Μαμελούκων, απ’ όπου πέρασαν γύρω στο 1370 στην Ιταλία και στην Ισπανία.
Η τράπουλα των Μαμελούκων ήταν εντυπωσιακά
όμοια με μια σύγχρονη: είχε 52 φύλλα, χωρισμένα σε 4 «φυλές» τα μπαστούνια του
πόλο, τα νομίσματα, τα σπαθιά και τα κύπελλα. Κάθε φυλή είχε δέκα φύλλα
αριθμημένα από 1 έως 10 και τρία ‘βασιλικά’ φύλλα, ανάλογα με τις δικές μας
φιγούρες: τον βασιλιά, τον αντιβασιλιά και τον βεζίρη.
Είναι εντυπωσιακό ότι από το
1370 και μετά βρίσκει κανείς σε όλη την Δυτική Ευρώπη σαφείς και αφθονότατες
αναφορές στο χαρτοπαίγνιο, γεγονός που δείχνει την ταχύτατη αποδοχή που βρήκε η
νέα ψυχαγωγία, τόσο για παιχνίδια συναναστροφών όσο και για χαρτομαντεία.
Μια από τις
πρώτες αναφορές είναι ένα έγγραφο από την αυλή της Βραβάνδης, από το 1379, όπου αναφέρεται η αγορά μιας
τράπουλας για λογαριασμό του βασιλικού ζεύγους, δηλαδή του βασιλιά Βενσεσλάς του Λουξεμβούργου και
της βασίλισσας Ιωάννας της Βραβάνδης.
Σε κάθε
περίπτωση υπάρχουν αναφορές ότι παιγνιόχαρτα εμφανίστηκαν στην Ιταλία το 1299,
στην Ισπανία το 1371, στις Κάτω Χώρες το 1379 και στη Γερμανία το 1377, ενώ
σχετική αναφορά βρίσκουμε σε γαλλικό χειρόγραφο των αρχών του 14ου αιώνα, σε
γαλλικό ποίημα του 1328 και σε άλλο έγγραφο του αρχείου του Καρόλου ΣΤ’, το
1392.
Δεν φαίνεται να υπάρχουν στοιχεία για το πότε ακριβώς έφθασαν στην Αγγλία, όμως, το 1463, οι ντόπιοι κατασκευαστές ζητούν κρατική προστασία κατά των εισαγόμενων τύπων που ανταγωνίζονται σκληρά τα εγχώρια προϊόντα.
Ο Κάρολος Ε’, το 1369, στοχεύοντας στη διάδοση της τοξοβολίας, απαγόρευσε στους υπηκόους του να ασχολούνται με άλλα, ρητώς κατονομαζόμενα στο σχετικό διάταγμα, παιχνίδια, στα οποία, όμως, δεν περιλαμβάνονται τα χαρτιά. Νωρίτερα, πάντως, ο Κάρολος Δ’, λέγεται πως διασκέδαζε παίζοντας χαρτιά επί πολλές ώρες κατά τη διάρκεια της μακράς ασθενείας του.
Στην Ανατολική Ευρώπη έφθασαν προς τα τέλη του 15ου αιώνα, γεγονός που αποκλείει την, επίσης προταθείσα, άποψη, ότι τα τραπουλόχαρτα εισήχθησαν μέσω της Ανατολικής Ευρώπης και μάλιστα μέσω των τσιγγάνων, ενώ στην Αμερική μάλλον ήδη από την εποχή του Κολόμβου. Το σίγουρο πάντως είναι ότι ήδη στα μέσα του ιστ’ αιώνα, οι Ισπανοί τα είχαν μεταδώσει στους Αζτέκους του Μεξικού, των οποίων είχε ήδη καταστεί ιδιαίτερα προσφιλής ενασχόληση.
Καθ’ όσον αφορά
στους Βυζαντινούς, δεν υπάρχει καμία μαρτυρία σχετικά με τράπουλες, κάτι που
προφανώς σημαίνει ότι δεν πρόλαβαν να τις γνωρίσουν. Επίσης δεν υπάρχει καμιά
μαρτυρία (π.χ. από περιηγητές) για χρήση τραπουλών στην τουρκοκρατούμενη
Ελλάδα, χωρίς αυτό να αποδεικνύει με βεβαιότητα ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε.
Αντιθέτως χαρτιά παίζονταν στα ενετοκρατούμενα Επτάνησα, από όπου στη συνέχεια
η συνήθεια πέρασε και σε μερικές περιοχές της Πελοποννήσου και της Στερεάς
Ελλάδας (τότε Ρούμελης).
Από το 1884 και μετά η εκτύπωση και η εμπορία των παιγνιοχάρτων ανήκε στο Μονοπώλιο του Ελληνικού κράτους
Τόσο η
κατασκευή, όσο και η εξέλιξη διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Όσο βρισκόμαστε στα
πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας της τράπουλας, τόσο πιο πολυτελής είναι η
κατασκευή της. Όσο όμως η διάδοσή της στα λαϊκά στρώματα μεγαλώνει, τόσο
κατασκευάζονται φθηνότερες τράπουλες, οι οποίες είναι πιο προσιτές. Τα πρώτα
χαρτιά ήταν από περγαμηνή ή λεπτά οστέινα φύλλα, χειροποίητα ζωγραφισμένα,
πραγματικά αριστουργήματα. Η εφεύρεση της ξυλογραφίας και της τυπογραφίας,
καθιστούν ευκολότερη την εκτύπωση και την τράπουλα πιο φθηνή. Ως πρώτη ύλη
χρησιμοποιείτε πλέον το χαρτόνι, το οποίο επιστρώνεται με διάφορα υλικά όπως το
κερί ή το βερνίκι, για μεγαλύτερη αντοχή.
Μεταξύ του 1450 και του 1550 υπήρχαν τουλάχιστον 350 κατασκευαστές τράπουλας
στη Γαλλία, ενώ το Ουλμ και η Κολωνία στη Γερμανία, η Βιέννη, η Γένουα, η
Τεργέστη, η Λυών, η Τουλούζη, η Αβινιόν, η Ρουέννη, η Λιμόζ και το Παρίσι ήταν
τα αρχικά κέντρα κατασκευής. Οι γαλλικές τράπουλες ήταν πολύ φθηνές με
αποτέλεσμα να κατακλύσουν όλη την Ευρώπη και την Αγγλία, στην οποία αποτέλεσαν
και πρότυπο κατασκευής των αγγλικών.
Ένας φάντης μπαστούνι πάνω στο άλογό του μεγέθους 19x9 cm είναι από τα παλαιότερα ευρωπαϊκά τραπουλόχαρτα που σώζονται του 14ου ή 15ου αιώνα και βρίσκεται στο μουσείο του Μπασάντο. Επίσης, 13 φύλλα φυλάσσονται στην Αίθουσα Λιθογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού και λέγεται ότι προέρχονται από τράπουλα που κατασκευάστηκε το 1392 για λογαριασμό του βασιλιά Καρόλου του Στ΄.
Πώς διαιρείται η τράπουλα
Σε μια τράπουλα υπάρχουν:
• 52 φύλλα, όσες και οι εβδομάδες του χρόνου
• 13 φύλλα κάθε «χρώματος» (φυλής), όσες και οι εβδομάδες μιας εποχής ή όσοι οι
σεληνιακοί μήνες
• 4 «χρώματα» (φυλές), όσες και οι εβδομάδες του μήνα
• 12 φιγούρες, όσοι και οι μήνες του χρόνου
Στην Ιταλία οι τέσσερις φυλές
της τράπουλας ονομάζονται μπαστούνια
(bastoni), νομίσματα
(denari), σπαθιά (spade) και κύπελλα (coppe) και υποτίθεται
ότι συμβολίζουν, αντίστοιχα, τους αγρότες, τους εμπόρους, τους ευγενείς και τον
κλήρο.
Οι ισπανικές
ονομασίες είναι ανάλογες.
Στη Γερμανία
και την Ελβετία προτιμήθηκαν, αντίστοιχα, τα φύλλα, τα κουδούνια, τα βελανίδια
και οι καρδιές, τελικά όμως επικράτησε το γαλλικό
σύστημα, που αποτελεί συγκερασμό των παραπάνω, και έχει τριφύλλια (trèfles, ♣) που
αντιστοιχούν στα ιταλικά μπαστούνια, καρά
(carreaux, ♦) που αντιστοιχούν στα ιταλικά νομίσματα, πίκες (piques, ♠) που αντιστοιχούν στα ιταλικά σπαθιά, και καρδιές (coeurs, ♥) που
αντιστοιχούν στα ιταλικά κύπελλα.
Στην αρχή οι φιγούρες
είναι βασιλιάς, ιππότης και υπηρέτης, ενώ αργότερα
προστίθεται η βασίλισσα, με
αποτέλεσμα η τρίτη σημερινή φιγούρα, ο βαλές,
να πάρει χαρακτηριστικά και του ιππότη
και του υπηρέτη.
Τα γαλλικά
τραπουλόχαρτα είχαν το τεράστιο πλεονέκτημα ότι μπορούσαν να αναπαραχθούν
εύκολα με μια μέθοδο παρόμοια με το στένσιλ, γι’ αυτό και γρήγορα επικράτησαν,
αν και ακόμα και σήμερα χρησιμοποιούνται π.χ. ιταλικές τράπουλες για διάφορα
λαϊκά παιχνίδια στην Ιταλία.
Στα γαλλικά
τραπουλόχαρτα, οι φιγούρες πήραν τα ονόματα μεγάλων προσωπικοτήτων της
ιστορίας, έτσι ο ρήγας κούπα είναι ο
Καρλομάγνος, ο ρήγας καρό ο
Καίσαρ, ο ρήγας σπαθί ο Μέγας
Αλέξανδρος και ο ρήγας
μπαστούνι ο Δαβίδ.
Υπάρχουν και
δύο άλλες φιγούρες ελληνικού ενδιαφέροντος: η Αθηνά ως ντάμα μπαστούνι και ο
Έκτορας ως βαλές καρό.
Σε άλλες
περιπτώσεις, χρησιμοποιήθηκαν φιγούρες με πρόσωπα εστεμμένων, ή ακόμα και με
αντιθρησκευτικές παραστάσεις στη γαλλική επανάσταση.
Μια φιλελληνική τράπουλα που κυκλοφόρησε στην
Ουγγαρία το 1829 και της οποίας σώζονται 11 φύλλα στο Ιστορικό Μουσείο
παρουσιάζει στις φιγούρες της τους: Καποδίστρια
(Ρήγας κούπα), Κουντουριώτη (Ρήγας σπαθί), Μαυροκορδάτο (Ρήγας καρό),
Υψηλάντη (Ρήγας μπαστούνι), Ελλάδα (Ντάμα κούπα), Αθηνά (Ντάμα καρό),
Καρτερία (Ντάμα μπαστούνι), Μιαούλη (Βαλές κούπα), Κολοκοτρώνη (Βαλές
σπαθί), Μπότσαρη (Βαλές καρό) και Κανάρη (Βαλές μπαστούνι).
Αυτή η τράπουλα εθεωρείτο ότι είναι η πρώτη του είδους της, αλλά πρόσφατα βρέθηκε μια άλλη που εικάζεται βασικά ότι είναι του1822, δηλαδή παλαιότερη, στην οποία οι τέσσερις ρηγάδες απεικονίζονται με τις μορφές των Αλέξανδρου Υψηλάντη, Οδυσσέα Ανδρούτσου, Γεωργάκη Ολύμπιου και Γεωργίου Καντακουζηνού.
Αυτή η τράπουλα τυπώθηκε στη Γερμανία και εδώ βλέπουμε τέσσερις φιγούρες της:
Ρήγας σπαθί είναι ο Υψηλάντης, Ρήγας
μπαστούνι ο Γεωργάκης Ολύμπιος (το χαρτί γράφει Jordaki – Γιορντάκι), Ντάμα
μπαστούνι η πριγκίπισσα Υψηλάντη και Ντάμα κούπα η Μπουμπουλίνα (ή Populina όπως τη θέλει ο γερμανός φιλέλληνας
που σχεδίασε την τράπουλα).
Και μόνο από τα πρόσωπα φαίνεται πως η τράπουλα φτιάχτηκε τον πρώτο καιρό της επανάστασης -μάλιστα, ο Βαλές σπαθί είναι Αλβανός.
Τα παιγνιόχαρτα στον
Ελλαδικό χώρο
Δεν είναι
γνωστό πότε μπήκαν τα παιγνιόχαρτα στον ελλαδικό χώρο. Κατά πάσα πιθανότητα οι
βυζαντινοί δεν πρόλαβαν να τα γνωρίσουν, ή τουλάχιστον δεν υπάρχει καμιά
σχετική μαρτυρία. Ασφαλώς στα Επτάνησα επί ενετοκρατίας παίζονταν χαρτιά, αλλά
για την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα δεν υπάρχει μαρτυρία από περιηγητές, όμως σε
πολλά παλιά λεξικά βρίσκουμε ότι η λέξη grec
σημαίνει ‘χαρτοκλέφτης, απατεώνας’.
Μερικά λεξικά λένε ότι υπαίτιος για την δυσφημιστική αυτή εξέλιξη υπήρξε
κάποιος Θεόδωρος Άπουλος, ένα
είδος Νικ Δε Γκρηκ της εποχής του Λουδοβίκου του 14ου, που είχε μαδήσει στο λανσκενέ, χαρτοπαίγνιο της
εποχής, όλους τους αυλικούς του Βασιλιά Ηλίου με μια σημαδεμένη τράπουλα.
Είναι βέβαιο πως αυτή η εξήγηση φτιάχτηκε εκ των υστέρων. Άλλωστε, με την ίδια σημασία χρησιμοποιούσαν τη λέξη και οι άγγλοι (όπου η χαρτοκλεψία λεγόταν παλιότερα greekery) αλλά και οι Ισπανοί.· Δύσκολο να έφτασε ως εκεί η χάρη του Άπουλου. Πολλοί ανώνυμοι συμπατριώτες μας θα ευθύνονται, σε συνδυασμό με τη φήμη ελευθεριότητας που είχαν αποκτήσει οι αρχαίοι Έλληνες ήδη από την εποχή των Ρωμαίων.
Ελληνική Ορολογία
Ολη σχεδόν η
χαρτοπαικτική ορολογία μας είναι ευρωπαϊκής προελεύσεως και όχι τουρκικής.
Τις ονομασίες
των φυλών τις πήραμε από τα ιταλικά-ισπανικά, εκτός από τα καρά που τα πήραμε
από τους Γάλλους. Μάλιστα, εδώ έγινε κι ένα μπέρδεμα, αφού τα ♠ τα λέμε
μπαστούνια, ενώ το παλιό ιταλικό και ισπανικό bastone, basto σημαίνει τη φυλή
♣, που εμείς τη λέμε σπαθιά (δάνειο από το spade, espadas, που όμως στα
ιταλικά-ισπανικά δηλώνει τη φυλή ♠!).
Προχωρώντας στα ετυμολογικά της τράπουλας, τον βαλέ που είναι δάνειο από τα γαλλικά (valet, υπηρέτης) τον λέμε και φάντη, που είναι δάνειο από τα ιταλικά (fante) και τελικά ανάγεται στο λατινικό infans, παιδί· και επειδή οι ανήλικοι πρίγκιπες, που λέγονταν infante στην Ισπανία, είχαν μια σωματοφυλακή για να μην πέσουν θύματα των παλατιανών μηχανορραφιών, η σωματοφυλακή αυτή ονομάστηκε infanteria, όρος που γέννησε το σύγχρονο αγγλικό infantry αλλά και τον δικό μας φαντάρο.
Ο φάντης ή
φάντες εμφανίζεται και στη φρασεολογία, όπου για κάποιον ανεπιθύμητο που παρουσιάζεται
αναπάντεχα λέμε ότι εμφανίστηκε σαν
φάντης μπαστούνι.
Η προέλευση της
φράσης μάλλον βρίσκεται στη χαρτομαντεία, όπου ο βαλές μπαστούνι είναι σύμβολο
κακοτυχίας.
Επίσης, όταν
κάποιος συνδέει ή παραβάλλει δύο εντελώς άσχετα μεταξύ τους πράγματα, λέμε τι σχέση έχει ο φάντης με το
ρετσινόλαδο; Κατά μία (μάλλον ευφάνταστη) εκδοχή, η φράση γεννήθηκε
όταν ένας φαρμακοποιός επέμενε να πατσίσει τα χρέη του από τα χαρτιά δίνοντας
τζάμπα φάρμακα στους κερδισμένους.
Σε πολλά
παιχνίδια με χαρτιά υπάρχει η έννοια της μπάζας,
που είναι ενετικό δάνειο αραβικής αρχής (baza),
και δεν έχει καμιά σχέση με τα οικοδομικά μπάζα που κι αυτά είναι ιταλικό
δάνειο (basa) ελληνικής όμως αρχής (βάσις). Η μπάζα λέγεται, ή ίσως λεγόταν
παλιότερα, και χαρτωσιά, σχετική δε είναι η παροιμιώδης φράση ‘δεν πιάνω μπάζα (ή χαρτωσιά)
μπροστά του’ όταν θεωρούμε κάποιον ασύγκριτα ανώτερο από εμάς.
Λέμε βέβαια για
κάποιον που αποκόμισε πολλά κέρδη από μια υπόθεση, ότι «έκανε γερή μπάζα» ή «έκανε τη μπάζα του» και προπολεμικά
«μπαζαδόρους» έλεγαν τους αητονύχηδες που πλούτιζαν γρήγορα (και όχι πολύ
καθαρά)· «αφού μας εσκοτώναν με το ζόρι / στα μακελειά τους χρόνια οι
μπαζαδόροι», λέει σε κάποιο ποίημα ο Βάρναλης.
Πρέφα
Ένα παιχνίδι με
μπάζες είναι και η πρέφα, που
κάποτε ήταν το κυρίαρχο καφενειακό παιχνίδι αφού συνδυάζει τύχη και τέχνη.
Μάλιστα, τόσο πολύ δύσκολο παιχνίδι θεωρείται, που παλιότερα υπήρχε η φράση «δεν παίρνει από πρέφα» για
κάποιον που το μυαλό του δεν κόβει, δεν καταλαβαίνει. Σήμερα η φράση έχει
εξελιχτεί σε «παίρνω πρέφα» που σημαίνει αντιλαμβάνομαι κάτι εγκαίρως, το
υποψιάζομαι.
Η λέξη πρέφα
είναι γαλλικής ετυμολογίας, από το préférence
που σημαίνει προτίμηση, αλλά το παιχνίδι είναι ανατολικοευρωπαϊκό, που έφτασε
σε εμάς από τη Ρωσία (όπου λέγεται preferans), όπως μαρτυρεί και το ότι οι
πόντοι στην ελληνική πρέφα μετριούνται με καπίκια. Αν και εξόχως τεχνικό
παιχνίδι η πρέφα, η αλήθεια είναι ότι επιβραβεύει την υπομονή έναντι της
τέχνης, όπως λέει και η χαρτοπαικτική παροιμία Η πρέφα θέλει υπομονή και το πικέτο τέχνη
Σχετικό για τη
νικητήρια στρατηγική στην πρέφα είναι και το απόσπασμα του Αλέξανδρου
Παπαδιαμάντη, από το διήγημα “Η
καλλικατζούνα”: Ο γερο-Κονόμος ήτον “φίδι κολοβό”. Έπαιζε πάντοτε
ρωσική πρέφα με τον γερο-Αποστολίδην και με ένα άλλον. Αν δεν είχε εφτά χαρτωσιές,
δεν “αγόραζε”. Ποτέ δεν ήτο ευχαριστημένος να παίξη μίαν μάχην, χωρίς να βάλη
“άνθρωπον μέσα”. Ποτέ του δεν έχασε πρέφαν.
Από την πρέφα
πρέπει να προέρχονται και φράσεις όπως «τα
βρήκε μπαστούνια» (επειδή στην ιεραρχία της πρέφας τα μπαστούνια είναι
η ευτελέστερη φυλή, οπότε αν τα δύο φύλλα που βρει ο εκτελεστής στην αγορά
είναι μπαστούνια υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να του είναι ακατάλληλα και να
“μπει μέσα”) ή «την κάναμε από
κούπες» (επειδή οι κούπες είναι η ακριβότερη φυλή, οπότε αν μπεις μέσα
στις κούπες πληρώνεις περισσότερα). Αλλά και γενικά η χαρτοπαιξία και τα
τραπουλόχαρτα έχουν δώσει πάμπολλες ιδιωματικές και παροιμιακές εκφράσεις,
μερικές πανευρωπαϊκές, όπως
παίζω με ανοιχτά χαρτιά,
βάζω κάτω τα χαρτιά μου,
ανοίγω τα χαρτιά του,
έχω κρυμμένο έναν άσο στο μανίκι μου,
παίζω το καλό μου ή το τελευταίο μου
χαρτί,
γκρεμίστηκε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα,
παίζει με σημαδεμένη τράπουλα.
Λέμε επίσης τα κάνανε πλακάκια (από μέθοδο των χαρτοκλεπτών), το πέρασε στο ντούκου (από την πόκα) ή κρατάει πισινή (από την κοντσίνα).
http://sarantakos.wordpress.com
https://www.newsbeast.gr/weekend/arthro/773580/i-istoria-tis-trapoula
https://toperiodikomas.blogspot.com/2016/01/h-istoria-ths-trapoulas.html
Σάββατο 5 Απριλίου 2025
Η ΘΗΡΙΩΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΛΗ ΣΥΚΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΡΕΘΥΜΝΗΣ
Τα γεγονότα τα ξέρω από "πρώτο χέρι". Μου τα έχει διηγηθεί η μάνα μου Σοφία Νικητάκη (και όχι μόνο τα συγκεκριμένα) ο θείος μου ο Μάρκος Νικητάκης (του οποίου φέρω το όνομα), η θεία μου η Ελένη Νικητάκη Κωστάκη, η θεία μου Χριστίνα Νικητάκη Μακατούνη και άλλοι.
Τη φωτογραφία της άτυχης θείας μου Ευαγγελίας Νικητάκη Γριντάκη (που έκαψαν οκτώ μηνών έγκυο) είδα για πρώτη φορά πριν λίγα χρόνια σε σχετικό βιβλίο για την περιοχή και την αντίσταση κατά των Γερμανών.
Την Καλή Συκιά την έκαψαν Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών δυστυχώς και όχι μόνο μια φορά
(για τις όποιες απορίες, η γονείς μου είχαν το ίδιο επώνυμο)
Συγκλονιστικές μαρτυρίες από τη θηριωδία
στην Καλή Συκιά
04/10/11 του Μανόλη Παντινάκη
|
Ελένη Νικητάκη, Βασιλεία Νικητάκη, Ελένη Νικητάκη-Κωστάκη, στο σπίτι
της τρίτης στην Καλή Συκιά. Τα φρικτά γεγονότα στο χωριό τους, τους έχουν
σημαδέψει. |
Στα 68 χρόνια από τη θηριωδία του Σούμπερτ και των κυνηγών του στην Καλή
Συκιά, τη μαύρη Τετάρτη της 4ης Οκτωβρίου του ’43, κι οι μνήμες από τους
ολίγους, που βίωσαν τα σκληρά γεγονότα, είναι ακόμα ζωντανές και προκαλούν
φρίκη.
Έδρασαν τότε, δυστυχώς, οι λιπόψυχοι Σουμπερίτες, που η πλειοψηφία τους
προέρχονταν από το χωριό Κρουσώνας Ηρακλείου και πλαισίωναν το σώμα του
αιμοσταγούς λοχία του γερμανικού στρατού...
Όταν οι Σουμπερίτες, προερχόμενοι από τον Αη Γιάννη, μπήκαν στην Καλή Συκιά
για να προχωρήσουν στο απάνθρωπο έργο τους, η Γαρυφαλιά Ζουμπεράκη-Βαρδάκη
γνώρισε έναν απ’ αυτούς με τον οποίο εργάζονταν σε κτηματία της Μεσαράς τις
θεριστικές περιόδους. Γι αυτό, λοιπόν, έκπληκτη και ταραγμένη τον παρατήρησε:
«Δε φοβάσαι το Θεό; το Γερμανό μου παριστάνεις;».
Ήταν έγκυος στην κόρη της Μαρία και πήρε την οργισμένη απάντηση-απειλή του
Κρουσανιώτη: «θα σε κάψω π...... ζωντανή μ’ αυτό που βαστάς...». Τελικώς, η
γυναίκα της Καλής Συκιάς έμεινε έξω από τα καιόμενα σπίτια και γλίτωσε.
Όμως, και η Αριστέα Κωστάκη είχε ανάλογο διάλογο με δεύτερο Σουμπερίτη: «Πού
είναι ο Μιχάλης;» τη ρώτησε μόλις την είδε. Και αυτή, έντονα ενοχλημένη από το
θράσος του, του είπε: «Δεν ντρέπεσαι μωρέ να ζητάς τον αδελφό μου; Ίντα να
τον-ε-κάμεις;». Ο Κρουσανιώτης του σώματος του Σούμπερτ γνώριζε τον Μιχάλη
Κωστάκη, επειδή μαζί εργάζονταν τα προηγούμενα καλοκαίρια στη Μεσαρά.
Μέχρι το τέλος της ζωής της η Ελένη Νικητάκη-Κωστάκη, 89 χρόνων σήμερα, θα έχει
σφαλιγμένα τα πρόσωπα και τις τργικές εικόνες εκείνης της Τετάρτης. Ο πόνος και
η αγανάκτηση την κυριεύουν από αυτές τις αποτρόπαιες στιγμές, αν και κοντεύουν
σχεδόν εφτά δεκαετίες και έχασε αγαπημένη της πρόσωπα.
Έκαψαν, τότε, οι πιστοί του βάρβαρου Σούμπερτ, την αδελφή της Ευαγγελία
Γρυντάκη, μητέρα τριών παιδιών ηλικίας 3, 4 και 6 χρόνων και έγκυο ήδη 8 μηνών
σ’ ένα τέταρτο. Είχε ηλικία 28 χρόνων. Ζωντανές κάηκαν η θεία της (αδελφή του πατέρα
της) Φωτεινή Δαμουλάκη και μια άλλη θεία της (αδελφή της μητέρας της) Σταυρούλα
Ζουμπεράκη ηλικίας 75 χρόνων. Όπως και η μετέπειτα πεθερά της Αργυρώ Κωστάκη.
"Ο φόβος μας είχενε
μεθύσει..."
Ο αναστεναγμός της είναι βαθύς ενώ διηγείται και δείχνει να ξαναζεί εκείνες
τις ώρες: «Ο Θεός να μην αφήσει άνθρωπο να ζήσει τέτοια πράματα. Ο φόβος μας
είχενε μεθύσει κι είδα με τα μάτια μου τη φρίκη... Εκείνο το πρωί ήμουνε στσ’
«Ελές το μουρί», μια τοποθεσία έξω από το χωριό. Το προηγούμενο βράδυ
κυνηγούσαν οι Γερμανοί στο δάσος, στην «Κουκουλιά» τον αδελφό μου το Νίκο το
Νικητάκη και πήγα να δω αν τον βρω ζωντανό ή σκοτωμένο. Γι’ αυτό επήγα να
ρωτήσω τσ’ άλλους χωριανούς που ήτανε παρέα...
«Ο Στελής ο Ζουμπεράκης μου είπενε πως δεν έχει πάθει πράμα και τον περιμένουν
να έλθει. Γύρισα στο χωριό 10 ή 11 το πρωί και ενώ έφευγα είδα την παρέα από το
Ηράκλειο, να ’ρχουνται απ’ τον Αη Γιάννη. Μου λένε οι δικοί μας: «Πού θα πας
που καίγεται το χωριό;» Εγώ δεν τσ’ άκουσα και συνέχισα το δρόμο μου και μια
στιγμή, όταν έφτασα κοντά στο χωριό, είδα φωτιές στα σπίτια...»
Αν και κοριτσάκι 5 χρόνων η Βασιλεία Νικητάκη «δεν τα ξεχνά». Αφηγείται:
«θυμούμαι πέντε αδελφές που ήμαστονε, και μας είχενε βάλει η μάνα μου η Θεανή
Ζουμπεράκη πανιά στα κεφάλια μας για να δείχνουμε άρρωστες! Ήρθαν κι η μάνα μας
για να μη μας βγάλει έξω του είπενε πως είμαστε άρρωστα. Φύγανε και πήγανε στο
διπλανό σπίτι του θείου μου του Κωστή του Ζουμπεράκη και έβαλαν φωτιά...
«Όλη η οικογένεια πήγαμε στου «Βαλελή», σ’ ένα σπιτάκι του Ηλιομανώλη από
τσι Σαϊτούρες και έφενρε φαΐ ο Ηλιομανώλης. Καθίσαμε δυο μέρες κι ύστερα
γυρίσαμε στο χωριό. Είδαμε την κόλαση και πολλά σπίτια είχανε γίνει κάρβουνο.
Με πήρε εμένα στα Σελλιά η θεία μου Ελπίδα Ζουρμπάκη κι έμεινα περίπου ένα
μήνα. Γύρισα μετά στην Καλή Συκιά κι αρχίζει ο αγώνας να σταθούμε πάλι στα
πόδια μας...».
Παραστατική η περιγραφή του Στρατή Πετράκη: «Ήρθανε στο σπίτι μας
οι Γκεσταμπίτες κι ήτονε η μάνα μου μέσα. Είχαμε τρυγήσει κι είχαμε πατήσει τα
σταφύλια στο πατητήρι. Μόλις τσ’ άκουσενε, μπήκενε στο πατητήρι και χώστηκενε
απ’ το μούστο σε σημείο που να μπορεί ν’ αναπνέει. Ήρθανε αυτοί, βαστούσανε
χόρτα, θύμους και τσι θέτανε στο σπίτι, βάνανε από πάνω καρέκλες και δίνανε
φωθιά. Μόλις ’θελα πορίσουνε να βγούνε όξω απ’ το σπίτι, έβγαινενε η μάνα μου απ’
το πατητήρι και με το μούστο έσβηνε τη φωθιά...».
Φρικτό τέλος
|
Φωτογραφία
πριν την κατοχή στην |
Τις δικές της αποτρόπαιες εικόνες μεταφέρει η Δέσποινα Πετράκη-Γρυντάκη:
«Επήρανε τότεδά και τη μάνα μου κι άλλες γυναίκες και τσι πηγαίνανε στα σπίθια
και τσι σκοτώνανε και τσι πετούσανε στη φωθιά. Εκάψανε και τη γιαγιά μου απού
το Ροδάκινο κι άλλες τρεις Ροδακινιώτισσες. Μα αυτοί ’τανε γκεσταμπίτες! Τη
μάνα μου την επήρανε και την εβάλανε σ’ ένα σπίτι και μια πρώτη μου θειά και
των επαίξανε. Εκειά εκάηκενε η γιαγιά μου απ’ το Ροδάκινο, η Βαγγελιά
η Φρονιμάκη...
«Η κακομοίρα η μάνα μου, η Μαρία η Πετράκη, εχώστηνε στη σκάλα και την
εγλίτωσενε. Η θειά μου η Κανάκενα, η Ειρήνη η Μονιάκη, επρόλαβενε και
γλίτωσενε. Η άλλη απού το Ροδάκινο η Ζαμπία η Γιανναδάκη, επολέμανε να βγει
απού το παραθύρι. Παναγία μου και πως την έβαλενε το παραθύρι! Την ώρα που
επόριζενε την είδανε και τση παίξανε. Η εμισή ήτονε μέσα, κρεμασμένη,
σκοτωμένη, κι άλλη απόξω! Του Γρυντοστρατή η γυναίκα ήτονε έγκυος και την
εκάψανε ζωντανή. Τσι γυναίκες τσι σκοτώνανε και τσι ρίχνανε μέσα στη
φωθιά. Πράμα δεν εβρέθηνε απ’ του Γρυντοστρατή τη γυναίκα. Τη γιαγιά μου την
επετάξανε στη φωθιά αλλά δεν εκάηκενε. Τότες εγώ ήμουνε 22-23χρονώ’. Ένιωθα
αυτά που κάνανε οι σκύλοι;».
Μέσα από τις φλόγες στο καιόμενο σπίτι του Λεωνίδα Μονιάκη, σύρθηκαν και
σώθηκαν η Ειρήνη σύζυγος Κανάκη Μονιάκη και η Ασπασία σύζυγος
Μάρκου Γιανναδάκη, τις οποίες μαζί με τη Μαρία Εμμ. Πετράκη, είχαν πυροβολήσει
και τραυματίσει προηγουμένως.
Η εγγονή της Μονιάκη, Ελένη ήταν μόλις μωρό σαράντα ημερών κι έκλαιγε, όταν
η γιαγιά της εξιστορούσε τα μαρτύριά της: «Εγώ ήμουν μικρό κι όποιον κι αν
έβλεπε η γιαγιά μου του έλεγε αυτή την ιστορία. Μου φαινόταν, σαν παιδάκι,
παραμύθι. Όταν πλέον πήγα στο Δημοτικό σχολείο, στις τελευταίες τάξεις,
συνειδητοποίησα πως αυτό δεν ήταν παραμύθι αλλά μια πραγματική ιστορία. Βιώματα
σκληρά απ’ αυτήν την τραγωδία!»
Οι ηρωίδες
Οι απώλειες της μαύρης Τετάρτης στην Καλη Συκιά ήταν τεράστιες και μέχρι το
χωριό να επανέλθει στους κανονικούς ρυθμούς ζωής, πέρασαν χρόνια. Όμως ακόμη
και σήμερα το δάκρυ τρέχει.
Οι Σουμπερίτες, αδίσταχτοι προχώρησαν στις φρικαλεότητές τους και έκαψαν
ζωνταντές τις γυναίκες από την Καλή Συκιά και το Ροδάκινο. Ηρωίδες αυτού του
ολοκαυτώματος ήταν: Ευαγγελία σύζυγος Στρατή Γρυντάκη, Μαλαματένια σύζυγος
Εμμ. Πετράκη, Ελένη χήρα Εμμ. Νικητάκη, η κόρη της Μαρία και Αργυρώ σύζυγος
Κωνσταντίνου Κωστάκη.
Με ταχυβόλα εκτέλεσαν και έριξαν στη φωτιά τη Μαρία σύζυγο
Μάρκου Γρυντάκη, Φωτεινή σύζυγος Στρατή Δαμουλάκη και Στ. σύζυγο Γιάννη
Ζουμπεράκη. Στην Καλή Συκιά εντόπισαν και Ροδακινιώτισσες που είχαν βρει
καταφύγιο μετά τα γεγονότα στο χωριό τους, τις ξεχώρισαν και τις έριξαν στο
καιόμενο σπίτι του Λεωνίδα Μονιάκη. Κάηκαν οι: Εαγγελία σύζυγος
Ανδρέα Φρονιμάκη, Ευαγγελία σύζυγος Στρατή Σταυγιαννουδάκη, Ζαμπία σύζυγος
Γεωργίου Γιανναδάκη και Στέλλα Γεωργίου Καλαφάτη.
Στο ίδιο σπίτι πυροβόλησαν και έριξαν στη φωτιά την Ειρήνη σύζυγο Κανάκη
Μονιάκη, την Ασπασία σύζυγο Μάρκου Γιανναδάκη και Μαρία Εμμ. Πετράκη. Σώθηκαν η
Μονιάκη και η Γιανναδάκη, ενώ πυροβόλησαν και έσπρωξαν στις φλόγες στο σπίτι
του Κουτσομανώλη τον 80χρονο Στρατή Γιάννη Δαμουλάκη, που πέθανε αργότερα από
τα εγκαύματα που είχε υποστεί.
Η πυρπόληση των σπιτιών της Καλής Συκιάς και τα όσα ακολούθησαν, υποχρέωσαν
τους κατοίκους να απομακρυνθούν και να διστάζουν να επανακατοικήσουν. Ολοσχερώς
καταστράφηκαν τα σπίτια των Κων. Ι. Ζουμπεράκη, Δημ. Ι. Γρυντάκη, Ευαγγ.
Ι. Πετράκη, Στρατή Δ. Γρυντάκη, Σταμ. Σταυρουλάκη, Εμμ. Δ. Γρυντάκη, Ελένης
χήρας Εμμ. Νικητάκη, Εμμ. Κ. Κωστάκη και Μαρίας Ν. Γρυντάκη.
Πέμπτη 3 Απριλίου 2025
ΣΟΦΙΑ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Τρίτο Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς. Αρχές της χούντας.
Οι δασκάλες και ο... Δασκαλάκης